Αυστραλία: Οι «Κλεμμένες Γενιές» – Η σκοτεινή ιστορία που η χώρα θέλει να ξεχάσει
Απαράδεκτες ήταν οι συνθήκες που βίωναν οι γηγενείς σε περιοχές που υπήρξε αποικιοκρατία από ευρωπαϊκές χώρες και φυσικά εξαίρεση δεν αποτελεί και η Αυστραλία, στην οποία έλαβε χώρα ένα απάνθρωπο και αντικειμενικά αδόκητο σχέδιο απομάκρυνσης παιδιών από τις οικογένειές τους.
Η συγκεκριμένη πράξη έχει πλέον το όνομα «Κλεμμένες Γενιές» ή «Κλεμμένα Παιδιά», ονομασίες που αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα πίσω από τα όσα συνέβησαν κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους του 20ου αιώνα στην χώρα.
Τα απάνθρωπα αίτια πίσω από τις απομακρύνσεις στην Αυστραλία
Πιο συγκεκριμένα, παιδιά γηγενών της Αυστραλίας και των νησιών Torres Strait απομακρύνθηκαν από τις αυστραλιανές αρχές και από εκκλησιαστικές ιεραποστολές, μετά από κυβερνητικές αποφάσεις. Οι συγκεκριμένες πράξεις φαίνεται να τελέστηκαν από το 1905 μέχρι και το 1967, ενώ υπάρχουν και πληροφορίες για συνέχιση του φαινομένου και στη δεκαετία του 1970.
Σύμφωνα με μετρήσεις που έγιναν από την κυβέρνηση της Αυστραλίας, εικάζεται ότι σε συγκεκριμένες περιοχές τα ποσοστό απομάκρυνσης παιδιών έφτασαν να κυμαίνονται από 1 στα 10 ή και 1 στα 3 ανήλικα, μεταξύ 1910 και 1970.
Η έκθεση Bringing Them Home χαρακτήρισε την συγκεκριμένη τακτική ως γενοκτονία.
Αρχεία από τα τέλη του 18ου αιώνα και των αρχών του 20ου αιώνα δείχνουν ότι η απόφαση για απομάκρυνση την παιδιών προέκυψε από την εσφαλμένη αντίληψη ότι οι γηγενείς αποδυναμώνονταν και όδευαν προς εξαφάνιση.
Η συγκεκριμένη πρακτική χαρακτηρίστηκε από την ιδέα των αποικιοκρατών ότι έπρεπε να γίνει οποιαδήποτε δυνατή ενέργεια να περιοριστεί το στοιχείο των γηγενών, κάτι που χαρακτήριζαν ως «απειλή» για την σταθερότητα της κουλτούρας που «έπρεπε» να εφαρμοστεί στην Αυστραλία. Η προσπάθεια απομάκρυνσης είχε στόχο την πλήρη ένταξη των παιδιών και την ανάπτυξή τους ως «λευκούς πολίτες», όπως χαρακτηρίζονταν οι αποικιοκράτες.
Οι απομακρύνσεις στην πράξη
Οι πρώτες νομοθετήσεις σχετικά με την απομάκρυνση παιδιών ξεκίνησαν το 1869, ανοίγοντας τον δρόμο για την οργάνωση εκτεταμένων απομακρύνσεων, αρχικά, μιγάδων παιδιών από τις γηγενείς μητέρες τους.
Έτσι δόθηκε η δυνατότητα σε αστυνομικούς και άλλους φορείς της κυβέρνησης να μεταφέρουν βρέφη και παιδιά σε ιδρύματα. Στις περιοχές που εφαρμόστηκε το μέτρο δημιουργήθηκαν ειδικές δομές στις αρχές του 20ου αιώνα με στόχο να φροντίζουν και να εκπαιδεύουν τα παιδιά μικτών φυλών που είχαν απομακρυνθεί από τις οικογένειές τους, με στόχο την πλήρη ένταξη στην Αγγλο-Αυστραλιανή κοινωνία.
Άγνωστος παραμένει ο ακριβής αριθμός των παιδιών που απήχθησαν, με τις προσεγγίσεις που έχουν γίνει να αμφισβητούνται αρκετά.
Η έκθεση του «Bringing Them Home» υποστηρίζει ότι τουλάχιστον 100.000 παιδιά απομακρύνθηκαν από τις οικογένειές τους. Κατά άλλες έρευνες τα ανήλικα που απήχθησαν υπολογίζονται περίπου στις 20.000 με 25.000 χιλιάδες στη διάρκεια έξι δεκαετιών. Η μαζικότητα των απομακρύνσεων διέφεραν ανά περιοχές λόγω της πυκνότητας του πληθυσμού.
Οι απομακρύνσεις δεν χαρακτηρίζονταν συνήθως από «ειρηνικές» διαδικασίες, αντίθετα η πρακτική χαρακτηρίστηκε ως «βίαιη απομάκρυνση», «μεταφορά μετά από απειλές», αλλά και «εθελοντική (χωρίς πληροφόρηση) παραχώρηση» ανά περιπτώσεις. Με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν, εντοπίστηκαν απομακρύνσεις παιδιών ακόμη και απευθείας μετά τη γέννησή τους από τα μαιευτήρια.
Αρκετές φαίνεται πως ήταν οι οικογένειες που υποχρεώνονταν να υπογράψουν έγγραφα που παραχωρούσαν τα δικαιώματα των παιδιών τους στην πολιτεία. Ειδικώς, στην Δυτική Αυστραλία θεσπίστηκε νόμος το 1905 που αφαιρούσε την νομική προστασία των παιδιών από τους γηγενείς γονείς τους, καθιστώντας όλα τα παιδιά «κτήμα» της πολιτείας, δίνοντας στις αρχές την δυνατότητα να μην ζητάνε πλέον γονεϊκή άδεια για να απομακρύνουν τα παιδιά. Αντίστοιχες νομοθεσίες δημιουργήθηκαν και σε άλλες περιοχές της Αυστραλίας.
Οι σκληρές τακτικές των αρπαγών
Στην έρευνά του το «Bringing Them Home» υποστηρίζει ότι σε αρκετές περιπτώσεις υπήρξε εξαπάτηση των γηγενών. Πιο συγκεκριμένα, οι αρχές πολλές φορές «βάπτιζαν» τις γηγενείς μη ικανούς να κρατήσουν τα παιδιά τους, κάτι που δεν ίσχυε.
Σοκ προκαλεί ότι σε άλλες περιπτώσεις οι οικογένειες ενημερώνονταν ότι τα παιδιά τους είχαν πεθάνει, κάτι που δεν ίσχυε, με στόχο να τα απομακρύνουν εξω-διαδικαστικά. Τα συγκεκριμένα περιστατικά δεν αφορούσαν μόνο νεογέννητα, αλλά και μεγαλύτερης ηλικίας παιδιά.
Έρευνες έχουν εντοπίσει ότι τα περισσότερα παιδιά κατέληγαν σε ιδρύματα τα οποία διαχειρίζονταν θρησκευτικές ή φιλανθρωπικές οργανώσεις.
Τα παιδιά διδάσκονταν όσα ήταν σημαντικά για το ξερίζωμα της κουλτούρας τους, με αποτέλεσμα να δέχονται επιπλήξεις όταν μίλαγαν την δική τους τοπική γλώσσα.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι αρκετά ήταν τα παιδιά που τελικά διώχνονταν από τα ιδρύματα, κάτι που εντοπίστηκε να συμβαίνει πολύ πιο συχνά στα κορίτσια.
Τα αγόρια εκπαιδεύονταν για ενασχόληση με τη γεωργία και τα κορίτσια για να παρέχουν οικιακή βοήθεια.
Οι συνθήκες στα ιδρύματα
Η απομάκρυνση των παιδιών γινόταν με την ψευδή δικαιολογία ότι θα τα προστάτευαν από την παραμέληση και την κακοποίηση, κάτι που τελικά πιστεύεται ότι βίωναν στα ιδρύματα.
Η σεξουαλική κακοποίηση και εν γένει η κακοποίηση ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη, με τα ποσοστά έρευνας που έγινε σε 502 άτομα, να δείχνει ότι το 17% των κοριτσιών και το 7,7% των αγοριών είχαν πέσει θύματα σεξουαλικής κακοποίησης στα ιδρύματα, στη δουλειά ή όσο έμεναν με θετές οικογένειες.
Σε γενικές γραμμές τα ιδρύματα χαρακτηρίζονταν από κάκιστες συνθήκες. Ήταν επιβεβλημένη η υπερβολική υπακοή, η εργατική εκμετάλλευση των ανηλίκων, η χαμηλής ποιότητας διατροφή, η σωματική και συναισθηματική βία και φυσικά η μειωμένου επιπέδου εκπαίδευση. Οι εργαζόμενοι πολλές φορές θεωρούνταν άνευ των απαραίτητων προσόντων, έχοντας ωστόσο πλήρη έλεγχο εις βάρος των παιδιών.
Η συγγνώμη που άργησε πολύ
Το 2008 ο πρωθυπουργός Kevin Rudd ζήτησε συγγνώμη στους γηγενείς Αυστραλούς, ως επίσημη πολιτική κίνηση για να ψηφιστεί από το κόμμα του.
Στην κείμενό του αναφέρθηκε στο δύσκολο παρελθόν των γηγενών και στην κακομεταχείριση που βίωσαν, κάνοντας ιδιαίτερη μνεία στις «Κλεμμένες Γενιές», χαρακτηρίζοντάς το ως «μαύρο κεφάλαιο» στην ιστορία του έθνους.
Στη συνέχεια τόνισε το ενδιαφέρον για διόρθωση των όσων έχουν διαπραχθεί εις βάρος των γηγενών.
Μεταξύ άλλων ανέφερε:
«Για τον πόνο, την ταλαιπωρία και την πληγή αυτών των Κλεμμένων Γενεών, των απογόνων τους και των οικογενειών τους που έμειναν πίσω, ζητάμε συγγνώμη.
Για τις μητέρες και τους πατέρες, τα αδέλφια και τις αδελφές, για τη διάλυση οικογενειών και κοινοτήτων, ζητάμε συγγνώμη.
Και για την ταπείνωση και τον εξευτελισμό που προκλήθηκε έτσι σε έναν περήφανο λαό και έναν περήφανο πολιτισμό, ζητάμε συγγνώμη.»
Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί γενοκτονία;
Αρκετές είναι οι αμφιβολίες σχετικά με το κατά πόσο η απομάκρυνση των παιδιών μπορεί να χαρακτηριστεί γενοκτονία με τη συζήτηση να παραμένει ανοιχτή και εν εξελίξει.
Απόψεις έχουν εκφέρει πολιτικοί, σχολιαστές, ιστορικοί, ειδικευμένοι σε πολιτικά και νομικά ζητήματα, σχετικά με το αν οι πράξεις που σημειώθηκαν μπορούν να ενταχθούν στο πλαίσιο της Σύμβασης του ΟΗΕ για την Πρόληψη και την Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας.
Παρότι είναι πλήρως αποδεκτό ότι οι απομακρύνσεις παιδιών όντως σημειώθηκαν, οι αμφιβολίες έχουν να κάνουν με το κατά πόσο υπήρξε κίνητρο για την καταστροφή των γηγενών της Αυστραλίας.