Τσακαλώτος και Αχτσιόγλου στο Μαξίμου για 120 δόσεις και πακέτο παροχών
Σύσκεψη με τον πρωθυπουργό έχουν αυτήν την ώρα ο υπουργός Οικονομικών και η υπουργός Εργασίας εν όψει της ανακοίνωσης της ρύθμισης των 120 δόσεων για χρέη σε ασφαλιστικά ταμεία και εφορία, καθώς και του πακέτου παροχών εν όψει των εκλογών της 26ης Μαΐου.
Ο σχεδιασμός της κυβέρνησης προβλέπει να κατατεθεί μεθαύριο, Δευτέρα, στη Βουλή το νομοσχέδιο για τη ρύθμιση οφειλών προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Πρόθεσή μας είναι να βοηθήσουμε όσους από τους πολίτες έχουν ανάγκη τη ρύθμιση και έχουν την διάθεση να πληρώσουν τις οφειλές τους και όχι να ικανοποιήσουμε πολίτες που δεν έχουν ανάγκη μια τέτοιας ρύθμισης για τις εκκρεμότητές τους» σημείωσε για τη ρύθμιση των 120 δόσων ο κ. Τσακαλώτος κατά την ομιλία του στην εκδήλωση με θέμα «Οικονομία και Κοινωνία μετά τα μνημόνια» που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Δεσκάτης στα Γρεβενά.
Τι θα προβλέπει η ρύθμιση των 120 δόσεων
Σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες, η ρύθμιση που προωθείται προβλέπει ότι ο διακανονισμός των οφειλών θα γίνεται ανάλογα με το εισόδημα και την οφειλή και δεν θα υπάρχουν περιουσιακά κριτήρια, όπως αρχικά ζητούσαν οι θεσμοί. Η ρύθμιση θα αφορά τόσο τα χρέη προς τα ασφαλιστικά ταμεία, όσο και προς την Εφορία.
Έτσι, για τα φυσικά πρόσωπα ο αριθμός των δόσεων θα υπολογίζεται ανάλογα με το ύψος του ετήσιου εισοδήματος και της οφειλής με ανώτατο όριο τις 120 δόσεις.
Με την καταβολή της πρώτης δόσης και εφόσον τηρείται η ρύθμιση δεν θα εκτελούνται τα αναγκαστικά μέτρα είσπραξης που ενδεχομένως έχουν επιβληθεί, ενώ τα μέτρα θα αίρονται εφόσον η ρύθμιση τηρείται για 30 μήνες.
Για τα φυσικά πρόσωπα και με βάση την κλίμακα που έχει διαμορφωθεί μέχρι στιγμής, ο αριθμός των δόσεων θα υπολογίζεται, ενδεικτικά, ως εξής:
- Μέχρι ετήσιο εισόδημα 12.000 ευρώ η οφειλή θα μπορεί να ρυθμίζεται σε 120 δόσεις, αλλά θα υπάρχει ελάχιστο όριο μηνιαίας καταβολής 30 ευρώ
- Για ετήσιο εισόδημα άνω των 12.000 ευρώ θα υπολογίζεται το ποσό που θα πρέπει να πληρώνει κάθε οφειλέτης με βάση ένα συντελεστή που θα ξεκινά από 4% και θα ανεβαίνει έως το 40% όσο αυξάνεται το εισόδημα με βάση ειδική κλίμακα.
Ο αριθµός των δόσεων θα κυµαίνεται από 18 έως 120, µε βάση τον συντελεστή αποπληρωµής και το ύψος του εισοδήµατος. Το επιτόκιο της ρύθµισης θα είναι 5%, ενώ εξετάζεται χαµηλότερο επιτόκιο σε όσους έχουν εισόδηµα έως 12.000 ευρώ.
Στη ρύθµιση θα µπορούν να ενταχθούν οι οφειλές που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσµες έως και το τέλος του 2018, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχουν εξοφληθεί ή ρυθµιστεί µε την πάγια ρύθµιση όλες οι φορολογικές οφειλές του 2019. Η αίτηση για ένταξη στη ρύθµιση θα γίνεται αποκλειστικά µε ηλεκτρονικό τρόπο.
Επίσης, για τους αγρότες που θα ενταχθούν στη ρύθµιση προβλέπεται αύξηση κατά 2.000 ευρώ του πλαφόν που «ξεκλειδώνει» την πόρτα της συνταξιοδότησης. ∆εδοµένου ότι οι προσαυξήσεις θα «κουρεύονται» για τους αγρότες κατά 100%, όσοι έχουν αρχική βασική οφειλή έως 6.000 ευρώ θα µπορέσουν να υποβάλουν αίτηση συνταξιοδότησης αµέσως µετά την ένταξη στη ρύθµιση. Συνολικά, µέσω της ρύθµισης θα απεγκλωβιστούν περίπου 80.000 οφειλέτες µη µισθωτοί που βρίσκονται στον προθάλαµο της σύνταξης και ασφαλίζονταν σε ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ και ΟΓΑ.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που δημοσιεύει το Έθνος, οι προερχόµενοι από πρώην ΟΑΕΕ και ΕΤΑΑ θα επανυπολογίζουν εθελοντικά τις οφειλές τους για την περίοδο 2002 – 2016 µε βάση την ελάχιστη εισφορά του νόµου Κατρούγκαλου. Θα «κουρεύεται» έτσι η βασική οφειλή και στη συνέχεια θα γίνεται «κούρεµα» προσαυξήσεων κατά 85%. Ο συνδυασµός θα οδηγεί σε µία νέα οφειλή, µειωµένη µεσοσταθµικά κατά 65%, η οποία θα αποπληρώνεται σε έως 120 δόσεις, µε ελάχιστη δόση τα 50 ευρώ.
Εφόσον η νέα οφειλή θα πέφτει κάτω από 20.000 ευρώ για τους προερχόµενους από τον ΟΑΕΕ, κάτω από 15.000 ευρώ για προερχόµενους από το ΕΤΑΑ και κάτω από 6.000 ευρώ για προερχόµενους από τον ΟΓΑ -είτε άµεσα είτε κατά τη διάρκεια της ρύθµισης-, οι οφειλέτες θα µπορούν να υποβάλουν αίτηση συνταξιοδότησης. Εφόσον η αίτηση δεν µπορεί να υποβληθεί άµεσα, ο οφειλέτης καταβάλλει τις δόσεις κάθε µήνα (έως 120) και µέχρι να αποπληρωθεί το υπερβάλλον ποσό (πάνω από τα 20.000, 15.000 ή 6.000 ευρώ αντίστοιχα), ώστε να υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης.