Συντάξεις : Πώς θα γίνει ο επανυπολογισμός λόγω αύξησης των ποσοστών αναπλήρωσης
Εγκύκλιο για τον επανυπολογισμό των συντάξεων από 1.10.2019, λόγω αύξησης των ποσοστών αναπλήρωσης, εξέδωσε το υπουργείο Εργασίας.
Ειδικότερα, με την εγκύκλιο αναλύεται:
– O τρόπος υπολογισμού των συντάξεων από 1.10.2019
– O επανυπολογισμός από 1.10.2019 των συντάξεων που έχουν απονεμηθεί από τις 13.05.2016 μέχρι τις 30.09.2019.
Ειδικά, για τη νέα αναπροσαρμογή και επανυπολογισμό των συντάξεων που είχαν απονεμηθεί, σύμφωνα με τις ισχύουσες πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 διατάξεις και είχαν αναπροσαρμοστεί και επανυπολογιστεί με βάση τις διατάξεις των άρθρων 14 και 33, θα ακολουθήσουν ειδικότερες οδηγίες.
Με βάση την παρ. 3α του άρθρου 14 και του άρθρου 33 του ν. 4387/2016:
«α) Από την 01.10.2019, οι συντάξεις – πλην όσων χορηγούνται από τον ΟΓΑ – που έχουν απονεμηθεί ή εκκρεμεί η απονομή τους, μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016, υπολογίζονται εκ νέου, σύμφωνα με τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, που επισυνάπτεται. Από την 01.10.2019, καταβάλλονται τυχόν προκύπτουσες αυξήσεις στη σύνταξη.
Αν το ποσό των συντάξεων αυτών, όπως επανυπολογίζεται, είναι μικρότερο εκείνου που προκύπτει από τον υπολογισμό τους, σύμφωνα με τον επισυναπτόμενο πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το ποσό της διαφοράς που προκύπτει εξακολουθεί να καταβάλλεται στο δικαιούχο ως προσωπική διαφορά».
Η παρ. 3α αφορά αιτήσεις συνταξιοδότησης που υποβλήθηκαν από 13.05.2016 έως και 30.09.2019, βάσει των οποίων η καταβολή της σύνταξης, σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016, αρχίζει, μετά την έναρξη ισχύος αυτού, ήτοι από τις 13.05.2016 και οι οποίες, βάσει της παρ. 2 του άρθρου 94 του ν. 4387/2016, κρίνονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016.
Σημειώνεται ότι οι αιτήσεις συνταξιοδότησης που υποβάλλονται από την 01.10.2019 και έπειτα, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 3α των άρθρων 14 και 33, άρα θα υπολογιστούν εξαρχής με βάση τα αυξημένα ποσοστά αναπλήρωσης του επισυναπτόμενου πίνακα 2.
Για αιτήσεις που έχουν υποβληθεί από 13.05.2016 έως 30.09.2019, το ποσό της σύνταξης, λόγω της εφαρμογής διαφορετικών ποσοστών αναπλήρωσης, διαφοροποιείται: (α) για την περίοδο από την έναρξη καταβολής της σύνταξης μέχρι την 30.09.2019 και (β) για την περίοδο από 01.10.2019 και έπειτα.
Το ποσό ανά περίοδο προκύπτει από δύο υπολογισμούς:
α) Πρώτος υπολογισμός για το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος και έως την 30.09.2019 με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 1.
(β) Δεύτερος υπολογισμός για το χρονικό διάστημα από 01.10.2019 και εφεξής με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2 και σύγκριση των ποσών που προκύπτουν από τον πρώτο και το δεύτερο υπολογισμό για τον καθορισμό του τελικά καταβαλλόμενου ποσού από 01.10.2019.
Τα ποσά που προκύπτουν από το «διπλό υπολογισμό» αρχικά με τον πίνακα 1 και έπειτα με τον πίνακα 2 συγκρίνονται με βάση τα κάτωθι παραδείγματα, για να καθοριστεί το καταβαλλόμενο από 01.10.2019 ποσό της σύνταξης. Οι τυχόν προκύπτουσες αυξήσεις με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2 χορηγούνται από 01.10.2019 ως αρνητική προσωπική διαφορά, δηλαδή αύξηση της ανταποδοτικής σύνταξης, η οποία χορηγείται άμεσα, χωρίς δοσολόγιο από 01.10.2019. Αντιθέτως, τυχόν προκύπτουσες μειώσεις με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2 οδηγούν στη δημιουργία θετικής προσωπικής διαφοράς του εδαφίου γ’ της παρ. 3α του άρθρου 14 και του άρθρου 33 του ν. 4387/2016 που συνεχίζει να χορηγείται από 01.10.2019 ως προσωπική διαφορά.
Σημειώνεται ότι το άρθρο 94, παρ. 2 του ν. 4387/2016 συνεχίζει να ισχύει και εφαρμόζεται κατά τον επανυπολογισμό των συντάξεων, επί αιτήσεων που έχουν κατατεθεί για τα έτη 2016, 2017 και 2018. Η σύγκριση θα διενεργείται μεταξύ του συνολικού ποσού (εθνικής, ανταποδοτικής και προσωπικής διαφοράς του άρθρου 94) που χορηγείται, μέχρι τις 30.9.2019 και του συνολικού ποσού (εθνικής, ανταποδοτικής και προσωπικής διαφοράς του άρθρου 94) που προκύπτει από το νέο υπολογισμό από 01.10.2019. Η προσωπική διαφορά του άρθρου 94 παρ. 2, η οποία ρητώς παραπέμπει στο άρθρο 14 παρ. 2, αποτελεί θετική προσωπική διαφορά, δηλαδή το ποσό της εξακολουθεί να καταβάλλεται στο δικαιούχο, συμψηφιζόμενο κατ` έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως αυτή προκύπτει κατ` εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 14 του ν. 4387/2016. Αντιθέτως, η προσωπική διαφορά του εδαφίου γ’ της παρ. 3α του άρθρου 14 και του άρθρου 33 δεν συμψηφίζεται.
Η σύγκριση των ποσών συντάξεων που προκύπτουν από την εφαρμογή του πίνακα 1 και από την εφαρμογή του πίνακα 2 διενεργείται μεταξύ του καθαρού προ φόρου ποσού σύνταξης με βάση τον πίνακα 1 και του καθαρού προ φόρου ποσού με βάση τον πίνακα 2, μετά την αφαίρεση των αναλογούντων κρατήσεων. Ομοίως, για τις ανάγκες της σύγκρισης του άρθρου 94 παρ. 2 για την εύρεση της προσωπική διαφοράς, λαμβάνεται υπόψη το καθαρό προ φόρου ποσό της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύον καθεστώς, μετά την αφαίρεση των αναλογούντων κρατήσεων, σύμφωνα τους κανόνες που ίσχυαν σε κάθε φορέα κατά την 31η.12.2014.
Για τις αιτήσεις που έχουν κατατεθεί, μέχρι 30.09.2019 και έχει ήδη εκδοθεί απόφαση απονομής, θα γίνει οίκοθεν νέος υπολογισμός του ποσού από 01.10.2019 με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης του πίνακα 2. Για εκκρεμείς αιτήσεις που έχουν κατατεθεί, μέχρι 30.09.2019, θα εκδοθεί απόφαση απονομής με βάση τον πίνακα 1 για το διάστημα μέχρι 30.09.2019 και θα καταχωριστεί άμεσα και ο νέος υπολογισμός του ποσού από 01.10.2019.
Παραδείγματα
- Έστω συνταξιούχος ο οποίος καταθέτει αίτηση συνταξιοδότησης την 01.10.2016. Με βάση το προϊσχύον του ν. 4387/2016 καθεστώς, ο συνταξιούχος αυτός θα ελάμβανε σύνταξη ύψους 2.000€
(1).
Με βάση τον Πίνακα 1 του άρθρου 8 θα ελάμβανε Άθροισμα Εθνικής και Ανταποδοτικής Σύνταξης ύψους 1.500€ (2+3). Με βάση το άρθρο 94 παρ. 2 του ν.4387/2016, επειδή το ποσό της
απονεμόμενης σύνταξης (2+3) υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύον καθεστώς (1) σε ποσοστό άνω του 20%, το ήμισυ της διαφοράς καταβάλλεται στο
δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, με ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 14, εφόσον η αίτηση συνταξιοδότησης έχει κατατεθεί εντός του έτους 2016. Εν προκειμένω, το
άθροισμα Εθνικής και Ανταποδοτικής του Πίνακα 1, υπολείπεται της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύον καθεστώς κατά 500€, ήτοι κατά 25%. Επομένως, ο συνταξιούχος
δικαιούται προσωπικής διαφοράς ύψους 250€ και η συνολικά καταβαλλόμενη σύνταξη μέχρι την 30.09.2019 θα ανερχόταν σε 1.750€.
Με βάση τον Πίνακα 2 του άρθρου 8 θα ελάμβανε Άθροισμα Εθνικής και Ανταποδοτικής Σύνταξης ύψους 1.600€ (2+3). Με βάση το άρθρο 94 παρ. 2, επειδή το ποσό της απονεμόμενης
σύνταξης (Εθνικής και Ανταποδοτικής) υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύον καθεστώς σε ποσοστό άνω του 20%, το ήμισυ της διαφοράς καταβάλλεται
στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, με ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 14, εφόσον η αίτηση συνταξιοδότησης έχει κατατεθεί εντός του έτους 2016. Εν προκειμένω, το
άθροισμα Εθνικής και Ανταποδοτικής του Πίνακα 2, υπολείπεται της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύον καθεστώς κατά 400€, ήτοι κατά 20%. Επομένως, ο συνταξιούχος
δικαιούται προσωπικής διαφοράς ύψους 200€, και η συνολικά καταβαλλόμενη σύνταξη από την 01.10.2019 θα ανερχόταν σε 1.800€. Με βάση την παρ. 3α του άρθρου 14 του ν.4387/2020, όπως ισχύει μετά το ν. 4670/2020, από 01.10.2019 καταβάλλονται τυχόν προκύπτουσες αυξήσεις στη σύνταξη. Επειδή το άθροισμα Εθνικής, Ανταποδοτικής και Προσωπικής Διαφοράς του Πίνακα 1 είναι μικρότερο του 5 αθροίσματος Εθνικής, Ανταποδοτικής και Προσωπικής Διαφοράς του Πίνακα 2, η επανυπολογισμένη σύνταξη του παραδείγματος διαμορφώνεται ως εξής: (α) Εθνική και Ανταποδοτική Σύνταξη ύψους 1.600€, (β) προσωπική διαφορά άρθρου 94 ύψους 200€ ευρώ, και το Συνολικό Ποσό ανέρχεται σε 1.800€, ήτοι αυξάνεται κατά 50€ - Έστω συνταξιούχος ο οποίος καταθέτει αίτηση συνταξιοδότησης την 01.10.2016. Με βάση το προϊσχύον του ν. 4387/2016 καθεστώς, ο συνταξιούχος της θα ελάμβανε σύνταξη ύψους 2.000€ (1).
Με βάση τον Πίνακα 1 του άρθρου 8 θα ελάμβανε Εθνική και Ανταποδοτική Σύνταξη ύψους 1.600€ (2+3). Με βάση το άρθρο 94 παρ. 2 του ν.4387/2016, επειδή το ποσό της απονεμόμενης
σύνταξης (Εθνικής και Ανταποδοτικής) υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύον καθεστώς σε ποσοστό άνω του 20%, το ήμισυ της διαφοράς καταβάλλεται στο δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, με ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 14, εφόσον η αίτηση συνταξιοδότησης έχει κατατεθεί εντός του έτους 2016. Εν προκειμένω, το άθροισμα Εθνικής και Ανταποδοτικής του Πίνακα 1, υπολείπεται της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύον καθεστώς κατά 400€, ήτοι κατά 20%. Επομένως, ο συνταξιούχος δικαιούται προσωπικής διαφοράς ύψους 200€ και η συνολικά καταβαλλόμενη σύνταξη μέχρι την 30.09.2019 ανερχόταν σε 1.800€.
Με βάση τον Πίνακα 2 του άρθρου 8 θα ελάμβανε Εθνική και Ανταποδοτική Σύνταξη ύψους 1.700€ (2+3). Με βάση το άρθρο 94 παρ. 2, επειδή το ποσό της απονεμόμενης σύνταξης (Εθνικής και Ανταποδοτικής) δεν υπολείπεται του ποσού της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύον καθεστώς σε ποσοστό άνω του 20%, οπότε δεν καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά. Εν προκειμένω, το άθροισμα Εθνικής και Ανταποδοτικής του Πίνακα 2, υπολείπεται της σύνταξης που θα απονεμόταν κατά το προϊσχύον καθεστώς κατά 300€, ήτοι κατά 15%. Επομένως, ο συνταξιούχος δεν δικαιούται προσωπικής διαφοράς του άρθρου 94, και η συνολικά καταβαλλόμενη σύνταξη από την 01.10.2019 θα ανερχόταν σε 1.700€.
Με βάση την παρ. 3α του άρθρου 14 του ν.4387/2020, όπως ισχύει μετά το ν. 4670/2020, από 01.10.2019, αν το ποσό της σύνταξης που επανυπολογίζεται, είναι μικρότερο εκείνου που
προκύπτει από τον υπολογισμό της σύμφωνα με τον πίνακα 1 της παραγράφου 5 του άρθρου 8, το ποσό της διαφοράς που προκύπτει εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά. Επειδή το άθροισμα Εθνικής, Ανταποδοτικής και Προσωπικής Διαφοράς του Πίνακα 1 είναι μεγαλύτερο του αθροίσματος Εθνικής και Ανταποδοτικής του Πίνακα 2, η
επανυπολογισμένη σύνταξη του παραδείγματος διαμορφώνεται ως εξής: (α) Εθνική και Ανταποδοτική Σύνταξη ύψους 1.700€, (β) προσωπική διαφορά του άρθρου 94 ύψους 0€ ευρώ, (γ)
προσωπική διαφορά του άρθρου 14 παρ.3α ύψους 100€ και το Συνολικό Ποσό ανέρχεται σε 1.800€, ήτοι διατηρείται στο ίδιο επίπεδο.