Στην ισχυρότερη εποπτεία και καταστολή ύποπτων δραστηριοτήτων στον κόσμο στον κλάδο των κρυπτονομισμάτων προχωρούν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Οι μαζικές αγωγές κατά τουλάχιστον δύο μεγάλων ανταλλακτηρίων κρύπτο που λειτουργούσαν μέχρι τώρα στη χώρα χωρίς ουσιαστικό έλεγχο δείχνουν να αλλάζουν τα δεδομένα της αγοράς, αφού ιστορικά όταν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC) προχωρά σε τέτοιες κινήσεις συνήθως υπάρχει άμεσο δικαστικό αποτέλεσμα και ρυθμιστικές αλλαγές.
Οι αλλαγές στον κλάδο πλέον είναι τόσο πολλές που αρκετές τέτοιες εταιρείες εξετάζουν να εγκαταλείψουν τελείως τη χώρα και να μεταφερθούν σε φορολογικούς παραδείσους ή στη Μέση Ανατολή.
Οι κατηγορίες είναι πολύ βαριές. Οι ομοσπονδιακές αρχές άσκησαν αγωγή κατά της Binance, του μεγαλύτερου ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων στον κόσμο, κατηγορώντας την ότι είχε στήσει παράνομο χρηματιστήριο στο έδαφος των ΗΠΑ με το οποίο διαχειριζόταν κεφάλαια πελατών της αξίας πολλών δισ. δολαρίων.
Η SEC θεωρεί ότι η εταιρεία ενήργησε σε «κατάφωρη παραβίαση» της νομοθεσίας περί τίτλων των ΗΠΑ. Κατονόμασε επίσης τον επικεφαλής της Binance, Τσανγκπέντ Ζάο, ως κατηγορούμενο. «Μέσω 13 κατηγοριών, πιστεύουμε ότι οι οντότητες του Ζάο και της Binance εμπλέκονται σε έναν εκτεταμένο ιστό εξαπάτησης, σύγκρουσης συμφερόντων, έλλειψη γνωστοποίησης (ευαίσθητων πληροφοριών) και καλά υπολογισμένης αποφυγής του νόμου» ανακοίνωσε ο πρόεδρος της SEC, Γκάρι Γκένσλερ. Η SEC κατηγορεί επίσης τον Ζάο και την Binance ότι χρησιμοποίησαν περιουσιακά στοιχεία πελατών, και μάλιστα μετέφεραν ορισμένα σε οντότητα που ελέγχεται από τον Ζάο. Οι κατηγορίες αναφέρουν ακόμα ότι ο Ζάο και η Binance γνώριζαν ότι παραβίαζαν τους νόμους των ΗΠΑ. Το πρώτο 24ωρο μετά τη δίωξη αυτή έφυγαν από την Binance κεφάλια πελατών αξίας σχεδόν 800 εκατ. δολαρίων.
Λίγες ώρες μετά την άσκηση δίωξης στην Binance και τον Ζάο, η SEC κινήθηκε νομικά και κατά της Coinbase, του μεγαλύτερου ανταλλακτηρίου κρυπτονομισμάτων στην Αμερική. Οι κατηγορίες αναφέρουν ότι η εταιρεία ενεργούσε ως μη εγγεγραμμένος στις ΗΠΑ μεσίτης (broker) για συναλλαγές.
«Τουλάχιστον από το 2019, η Coinbase έχει κερδίσει δισεκατομμύρια δολάρια διευκολύνοντας παράνομα την αγορά και πώληση τίτλων περιουσιακών στοιχείων κρυπτονομισμάτων» ανέφερε η SEC σε δελτίο Τύπου. «Η Coinbase διαπλέκει τις παραδοσιακές υπηρεσίες ενός πρακτορείου ανταλλαγής, μεσίτη και εκκαθάρισης χωρίς να έχει καταχωρίσει καμία από αυτές τις λειτουργίες στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, όπως απαιτείται από τη νομοθεσία» αναφέρεται. Η αποτυχία της Coinbase να εγγραφεί και να αδειοδοτηθεί «έχει στερήσει τους επενδυτές από σημαντική προστασία» ανέφερε επίσης η SEC.
Πλέον πολλές από τις εταιρείες αυτές που τα βρίσκουν σκούρα στις ΗΠΑ εξετάζουν να μεταφέρουν αλλού τις δραστηριότητες για να υπόκεινται σε πιο χαλαρή εποπτεία. Η Coinbase άνοιξε θυγατρική στις Βερμούδες. Η Gemini, ανταγωνιστική εταιρεία της Coinbase με έδρα τη Νέα Υόρκη, αναζητά άδεια λειτουργίας στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Το ανταλλακτήριο Bittrex με έδρα το Σιάτλ έπαψε τελείως τις δραστηριότητές του στις ΗΠΑ.
Σημείο καμπής
Πλέον η αυξανόμενη καταστολή στα κρύπτο και κινήσεις επιβολής του νόμου έχουν κάνει τις Ηνωμένες Πολιτείες μια από τις αυστηρότερες ρυθμιστικές αρχές κρυπτονομισμάτων στον κόσμο. Οι νομικές αυτές κινήσεις και η εποπτεία αποτελούν σημείο καμπής για έναν κλάδο που φαινόταν να κερδίζει μεγάλη αποδοχή μόλις πριν από έναν χρόνο.
Τα κρυπτονομίσματα δημιουργήθηκαν με αντικυβερνητική αύρα, ως αποκεντρωμένο χρηματοοικονομικό σύστημα που θα λειτουργούσε πέρα από την εμβέλεια των ρυθμιστικών αρχών. Αλλά καθώς η αγορά γνώριζε μεγάλη ανάπτυξη από το 2021, οι εταιρείες κρυπτονομισμάτων ξεκίνησαν λόμπι στην Ουάσιγκτον σε μια προσπάθεια να εμφανιστούν ως επιχειρήσεις που τηρούν το γράμμα του νόμου, πρόθυμες να συνεργαστούν με την κυβέρνηση. Η προσπάθεια αυτή όμως απέτυχε σε μεγάλο βαθμό. Πέρυσι σειρά από καταρρεύσεις κρυπτονομισμάτων δημιούργησε ευρεία καχυποψία για τον κλάδο. Αυτό έκανε το Κογκρέσο, τις ρυθμιστικές αρχές αλλά και το κοινό όλο και πιο εχθρικά απέναντι σε εταιρείες κρυπτονομισμάτων.