Reuters: Πώς η Ελλάδα πληρώνει ακριβά το ενεργειακό χάσμα της Ευρώπης
Το χάσμα στις τιμές της ενέργειας στην Ευρώπη πλήττει τις οικονομίες των χωρών του Νότου, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, τονίζει αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Reuters.
Μία από τις αιτίες που εξακολουθούμε να πληρώνουμε πολύ υψηλότερες τιμές από ό,τι οι χώρες της Βόρειας και Βορειανατολικής Ευρώπης, είναι ότι έχουμε μείνει πίσω σε επενδύσεις αποθήκευσης και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, τονίζουν ευρωπαίοι εμπειρογνώμονες στο Reuters.
Ο εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης καθησυχάζει με δηλώσεις του, ότι όσο προχωράνε οι επενδύσεις σε ΑΠΕ και άλλες ενεργειακές υποδομές, οι τιμές χονδρικής του ρεύματος θα μειωθούν σταδιακά και αυτό θα περάσει στους καταναλωτές. Όμως οι επαγγελματίες και οι οικογένειες που μιλάνε στο διεθνές πρακτορείο, δεν είναι αισιόδοξοι, αφού γονατίζουν από το βάρος των λογαριασμών ενέργειας.
Το ρεύμα είναι το δεύτερο ενοίκιο
Για τον ιδιοκτήτη εστιατορίου στην Αθήνα Χρήστο Καπετανάκη, το ενοίκιο ήταν πάντα υψηλό, αλλά τώρα αντιμετωπίζει αυτό που αποκαλεί «δεύτερο ενοίκιο», καθώς οι αυξανόμενοι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος μειώνουν τα κέρδη και τον αναγκάζουν να αυξήσει τις τιμές.
Ο ίδιος πληρώνει μεταξύ 3.000-3.800 ευρώ το μήνα για ρεύμα, ένα ποσό αυξημένο ως και 40% σε σύγκριση με το 2022, πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Τότε το ηλεκτρικό ρεύμα ανερχόταν στο 3% του μηνιαίου τζίρου και τώρα πλησιάζει το 15%, είπε στο Reuters.
Ο εστιάτορας, που δραστηριοποιείται στην ιστορική περιοχή της Πλάκας, ανησυχεί ότι η συνεχής αύξηση των τιμών, ιδίως στον τομέα του τουρισμού, θα κάνει την Ελλάδα λιγότερο ανταγωνιστική σε σύγκριση με τις άλλες μεσογειακές χώρες.
Στα ύψη οι τιμές χονδρικής
Ο επαγγελματίας της εστίασης περιγράφει καταστάσεις που έχει βιώσει όλη η ευρωπαϊκή ήπειρος, από τότε που ο πόλεμος στην Ουκρανία διέκοψε την προμήθεια ρωσικού φυσικού αερίου μέσω αγωγού στην Ευρώπη και ανάγκασε χώρες όπως η Ελλάδα να αναζητήσουν ακριβότερες εναλλακτικές λύσεις.
Όμως η Ελλάδα, και οι γειτονικές της χώρες έχουν πληρώσει ακριβότερα το «μάρμαρο» της γεωπολιτικής κρίσης. Οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι η κατάσταση θα επιδεινωθεί όσο προχωράει ο χειμώνας (που και φέτος άργησε να έρθει) και θα έχει αντίκτυπο στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας.
Χαρακτηριστικό είναι ότι η χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα και την Ιταλία τον Αύγουστο ήταν 12 φορές υψηλότερη από ό,τι στις σκανδιναβικές χώρες και επισκίασε ακόμη και άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης που αντιμετώπιζαν ζεστό καιρό.
Ενεργειακές επιδοτήσεις
Από το 2021, η Ελλάδα έχει δαπανήσει 11 δισεκατομμύρια ευρώ για επιδοτήσεις στα ενεργειακά τιμολόγια, ως μέτρο στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Το 2022, η δαπάνη ανήλθε στο 5,3% του ΑΕΠ – μακράν η υψηλότερη στην ΕΕ και διπλάσια από τη δεύτερη Ιταλία, σύμφωνα με τη γαλλική εταιρεία συμβούλων ενέργειας Enerdata.
Ωστόσο, παρά τις προσπάθειες να προστατευθούν οι πολίτες από τις αυξήσεις στο ενεργειακό κόστος, η κατάσταση έχει επιδεινώσει την κρίση του κόστους διαβίωσης. Πόσο μάλλον όταν έχει ήδη προηγηθεί μια δεκαετία οικονομικής κρίσης, με μειώσεις μισθών, συντάξεων αλλά και «καθίζηση» των παραγωγικών επενδύσεων, όπως η ενέργεια και οι μεταφορές.
«Οι αυξημένες τιμές της ενέργειας και ο αρνητικός αντίκτυπος στο ΑΕΠ είναι ταυτολογία», δήλωσε ο Νίκος Μαγγίνας, ανώτερος οικονομολόγος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας.
«Οι αυξημένες τιμές έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην κατανάλωση των νοικοκυριών και στη διάρθρωση του κόστους για τις βιομηχανίες, τις αεροπορικές εταιρείες και τη ναυτιλία».
Έλειμμα επενδύσεων
Μεγάλο μέρος του χάσματος μεταξύ της νοτιοανατολικής Ευρώπης και των γειτόνων της οφείλεται στο έλλειμμα επενδύσεων. Ενώ η βορειοανατολική Ευρώπη διαθέτει διασυνδέσεις γραμμών ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου που επιτρέπουν την εύκολη μεταφορά ενέργειας μεταξύ των κρατών, καθώς και ένα ισχυρό μείγμα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, το μεγαλύτερο μέρος της νοτιοανατολικής Ευρώπης είναι κατακερματισμένο και απομονωμένο.
Η αποθήκευση ενέργειας, η οποία αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία στις χώρες της βόρειας Ευρώπης, είναι ανύπαρκτη σε τμήματα της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Η Γερμανία διαθέτει 1.668 μεγαβάτ (MW) αποθηκευτικής ικανότητας μεγάλης κλίμακας, έναντι κανενός στην ηπειρωτική Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία της LCP Delta, μιας εταιρείας συμβούλων ενέργειας με έδρα το Εδιμβούργο.
«Η Νοτιοανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια στερούνται ηλεκτρικών διασυνδέσεων. Κάθε φορά που υπάρχει έλλειψη ενέργειας και η παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας είναι χαμηλή, δυσκολεύονται να εισάγουν τις απαραίτητες ποσότητες», δήλωσε ο Henning Gloystein, επικεφαλής του τμήματος ενέργειας, κλίματος και πόρων της Eurasia Group.
Αντίθετα, η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην Ισπανία έχει εκτοξευθεί στα ύψη την τελευταία δεκαετία, εν μέρει χάρη στη χρηματοδότηση της ΕΕ. Το πρώτο εξάμηνο του 2025 παρήγαγε σχεδόν το 60% της ηλεκτρικής της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, από 51% ένα χρόνο πριν.
«Αν δεν επενδύσετε, οι τιμές της ενέργειας θα παραμείνουν υψηλές», δήλωσε ο Gloystein.
Τι έγινε και τι δεν έγινε
Μετά την εκτίναξη των τιμών του ρεύματος στην Ελλάδα το περασμένο καλοκαίρι, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έγραψε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητώντας να βρεθεί λύση στις «απαράδεκτες» διαφορές στο κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος σε όλη την Ευρώπη.
Η Ελλάδα δεν είναι η μόνη. Μεγάλο μέρος των Βαλκανίων βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα ορυκτά καύσιμα και το περιφερειακό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας είναι αδύναμο. Τον περασμένο Ιούνιο, μια διακοπή ρεύματος έπληξε το Μαυροβούνιο, τη Βοσνία, την Αλβανία και την Κροατία, όταν το δίκτυο υπερφορτώθηκε από τις ανάγκες κλιματισμού κατά τη διάρκεια ενός καύσωνα.
Το Κοσσυφοπέδιο, το οποίο παράγει περισσότερο από το 90% της ενέργειάς του από άνθρακα, αγωνίζεται να καλύψει το χαμένο έδαφος της υπόλοιπης Ευρώπης στην εγκατάσταση περισσότερων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Χωρίς επαρκή διασυνοριακή ενσωμάτωση ή αποθήκευση, μερικές φορές υπάρχει υπερβολική ισχύς για μια αγορά, αναγκάζοντας τους παραγωγούς να περιορίσουν την προσφορά.
«Αν ο στόχος είναι πιο συγκεκριμένα η μείωση των τιμών, ο ευκολότερος τρόπος για να γίνει αυτό είναι να αυξηθεί η διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ή της πυρηνικής ενέργειας», δήλωσε στο Reuters ο Fabian Ronningen, αναλυτής της εταιρείας συμβούλων Rystad Energy.
Αισιοδοξία από την κυβέρνηση
Αν και η Ελλάδα δεν διαθέτει πυρηνικά εργοστάσια, ο Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης, γενικός γραμματέας του υπουργείου Ενέργειας, είναι αισιόδοξος, σημειώνοντας ότι η παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αυξάνεται, ότι δύο νέοι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο φυσικό αέριο πρόκειται να τεθούν σε λειτουργία φέτος και ότι η αποθήκευση μπαταριών θα κατασκευαστεί έως το 2028.
Τα σχέδια προβλέπουν επίσης την αναβάθμιση των ηλεκτρικών συνδέσεων με την Ιταλία, την Αλβανία και την Τουρκία έως το 2031, με κόστος περίπου 750 εκατ. ευρώ.
«Οι τιμές χονδρικής θα μειωθούν σταδιακά … και αυτό σίγουρα θα περάσει στους καταναλωτές κάποια στιγμή», δήλωσε ο Αϊβαλιώτης στο Reuters.
Απαισιοδοξία από τους πολίτες
Οι Έλληνες καταναλωτές δεν έχουν πειστεί. Ο Ταξιάρχης Φέκκας, ο οποίος ζει σε προάστιο της Αθήνας, αγωνίζεται να πληρώσει τα δίδακτρα και τις εξωσχολικές δραστηριότητες για τα τρία παιδιά του, επειδή οι λογαριασμοί ρεύματος είναι τόσο υψηλοί.
Προτρέπει τα παιδιά του να μειώσουν τη χρήση των φορητών υπολογιστών και των tablet τους για να εξοικονομήσουν ενέργεια – κάτι που είναι δύσκολο για τα παιδιά που είναι κολλημένα στις συσκευές τους. «Βρισκόμαστε στα πρόθυρα να αποκτήσουμε σοβαρά οικονομικά προβλήματα», δήλωσε. «Η κυβέρνηση πρέπει να δώσει προσοχή». in