Πώς η κρίση έφερε στο όριο της φτώχειας το 40% των Ελλήνων
Μεγάλη ανησυχία σε ένα περιβάλλον γενικευμένης ακρίβειας προκαλούν τα στοιχεία του ΙΟΒΕ σε σχέση με τη φτώχεια που επικρατεί στην Ελλάδα, ως απόρροια και της κρίσης των μνημονίων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ειδική ανάλυση με τίτλο «προοδευτικότητα στη φορολογία δηλωθέντος εισοδήματος στην Ελλάδα, 2012-2021», που περιλαμβάνεται στην έκθεσή του για την ελληνική οικονομία προκύπτει ότι διευρύνθηκαν οι ανισότητες. Άλλα όχι μόνο αυτό.
Ένα άλλο σημαντικό στοιχεία είναι ότι σε μια οικονομική «πίτα», η οποία μίκρυνε, οι φτωχότεροι λαμβάνουν ακόμη λιγότερο, σε αντίθεση με τους πλουσιότερους που αύξησαν τα εισοδήματά τους. Όπως καταγράφει το Ινστιτούτο, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού βρέθηκε στο όριο της φτώχειας τη δεκαετία 2012-2021, κάτι που αποτυπώνεται στη συνεισφορά σε φόρους των πολιτών.
Σύμφωνα με τη σχετική ανάλυση, το κατώτατο 40% του πληθυσμού πλήρωσε το 1,63% των συνολικών φόρων, όντας στα δυο χαμηλά πεμπτημόρια εισοδήματος, που προσδιορίζονται από εισοδήματα έως 6.098 ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι το όριο της φτώχειας, σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση της ΕΛΣΤΑΤ για το 2021, ανήλθε στο ποσό των 5.712 ευρώ ετησίως για μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε 11.995 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.
Παράλληλα, οι φτωχοί έγιναν ακόμη φτωχότεροι και οι πλούσιοι ακόμη πλουσιότεροι. Παρατηρούνται αυξημένα επίπεδα εισοδηματικής ανισότητας σε σχέση με το 2012, αφού το κατώτατο 20% έλαβε μόλις το 0,2% του συνολικού εισοδήματος (έναντι του 1.4% το 2012) ενώ το ανώτατο 20% έβγαλε το 58,7% του συνολικού εισοδήματος (έναντι του 52.6% το 2012) της Ελλάδας. Επί της ουσίας, το πλουσότερο τμήμα του πληθυσμού αύξηση τα εισοδήματά του εν μέσω κρίσης, σε αντίθεση με το πλέον φτωχότερο τμήμα.
Από εκεί και πέρα, το ΙΟΒΕ, κάνοντας χρήση των δημοσίως διαθέσιμων δεδομένων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) για τα εισοδήματα και τη φορολογία φυσικών προσώπων και συγκρίνοντας τη χρονιά με τα πλέον διαθέσιμα στοιχεία (2021) με τα παλαιότερα διαθέσιμα στοιχεία (2012), αναφέρει ότι τα δηλωθέντα εισοδήματα (πραγματικά εισοδήματα από όλες τις πηγές) το 2021 σε σχέση με το 2012 ήταν χαμηλότερα κατά 7,2%. Επίσης, χωρίζοντας τον πληθυσμό σε πεμπτημόρια εντάσσει, για το 2021, ένα 20% στο κατώτατο εισοδηματικό πεμπτημόριο, όπου εντάσσονται όσοι και όσες έχουν εισοδήματα έως 1.016 ευρώ. Στο ανώτατο 20% εντάσσει όσους έχουν εισόδημα από 19.312 ευρώ και πάνω.
Επιπλέον, χρησιμοποιώντας τον δείκτη τιμών της Eurostat για να μπορεί να γίνει σύγκριση των εισοδημάτων των διαφορετικών ετών μεταξύ τους (το επίπεδο τιμών ήταν λίγο χαμηλότερο το 2021 από ό,τι το 2012), η μελέτη παρατηρεί ότι η επίδραση της οικονομικής κρίσης στα εισοδήματα των πολιτών ήταν σημαντική.
«Παρατηρούμε επίσης ότι, με βάση τα στοιχεία των δηλωμένων εισοδημάτων στις φορολογικές αρχές, μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού βρίσκεται στο όριο της φτώχειας, το οποίο σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση της ΕΛΣΤΑΤ για το 2021, ανήλθε στο ποσό των €5.712 ετησίως για μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε €11.995 για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.»
Παρουσιάζοντας, μάλιστα, το συνολικό δηλωθέν εισόδημα ανά πεμπτημόριο και της αντίστοιχης συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης, για το 2012 αναφέρει ότι με βάση τα δηλωθέντα εισοδήματα παρατηρούνται υψηλά επίπεδα εισοδηματικής ανισότητας, αφού το κατώτατο 20% έλαβε μόλις το 1,4% του συνολικού εισοδήματος, ενώ το ανώτατο 20% το 52,6% του συνολικού εισοδήματος της Ελλάδας.
Ψηλά στις ανισότητες
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, ο δείκτης ανισότητας Gini που εκτιμάει η Παγκόσμια Τράπεζα, κατατάσσει την Ελλάδα στην 57η θέση παγκοσμίως για το 2021. Δεδομένου ότι το σύστημα φορολογίας στην Ελλάδα είναι προοδευτικό (δηλαδή οι φορολογικοί συντελεστές αυξάνονται όσο αυξάνεται το εισόδημα) δεν προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι η συνολική φορολογική επιβάρυνση βαίνει αυξανόμενη, εξομαλύνοντας εν μέρει την ανισότητα, τονίζει το Ινστιτούτο.
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, επίσης, ο βαθμός προοδευτικότητας με βάση τους βεβαιωμένους φόρους είναι αξιοσημείωτος, αφού το κατώτατο 40% του πληθυσμού πλήρωσε το 1.63% των συνολικών φόρων, ενώ το ανώτατο 20% πλήρωσε το 76.84% των συνολικών φόρων.
Οι πλουσιότεροι «ανέβασαν» τα εισοδήματά τους
Ακόμη, «Παρατηρούνται αυξημένα επίπεδα εισοδηματικής ανισότητας σε σχέση με το 2012, αφού το κατώτατο 20% έλαβε μόλις το 0,2% του συνολικού εισοδήματος (έναντι του 1.4% το 2012) ενώ το ανώτατο 20% έβγαλε το 58,7% του συνολικού εισοδήματος (έναντι του 52.6% το 2012) της Ελλάδας» αναφέρει η μελέτη του ΙΟΒΕ και προσθέτει: «Αντίστοιχη είναι και η αύξηση στους πληρωτέους φόρους, με το 60% του πληθυσμού να πληρώνει μόλις το 4.3% των συνολικών φόρων εισοδήματος, ενώ το 20% του πληθυσμού πληρώνει το 81% των συνολικών φόρων. Συμπερασματικά, η οικονομική κρίση που πέρασε η χώρα επέδρασε αρνητικά και σημαντικά στα εισοδήματα των πολιτών και η επίδραση δεν έχει ακόμα ξεπεραστεί.»
Επιπλέον, στη βάση των δηλωθέντων εισοδημάτων στις φορολογικές αρχές, η εισοδηματική ανισότητα, που προκύπτει συγκρίνοντας την κατανομή των μεριδίων συνολικού εισοδήματος, οξύνθηκε παρά το ισχύον σύστημα προοδευτικής φορολογίας, αναφέρει η μελέτη του ΙΟΒΕ. Παρά, μάλιστα, τη μικρή μείωση της προοδευτικότητας της φορολογίας συνολικού εισοδήματος την τελευταία δεκαετία, όπως αναφέρει η έκθεση, παρατηρείται συστηματικά αυξημένο επίπεδο προοδευτικότητας, με τους πολίτες με τα υψηλότερα δηλωθέντα εισοδήματα να επιβαρύνονται με δυσανάλογα υψηλό μερίδιο των συνολικών φόρων.
Συμπερασματικά το ΙΟΒΕ εκτιμά πως η οικονομική κρίση που πέρασε η χώρα επέδρασε αρνητικά και σημαντικά στα
εισοδήματα των πολιτών και η επίδραση δεν έχει ακόμα ξεπεραστεί. Επιπλέον, στη βάση των δηλωθέντων εισοδημάτων στις φορολογικές αρχές, η εισοδηματική ανισότητα, που προκύπτει συγκρίνοντας την κατανομή των μεριδίων συνολικού εισοδήματος, οξύνθηκε παρά το ισχύον σύστημα προοδευτικής φορολογίας. Παρά τη μικρή μείωση της προοδευτικότητας της φορολογίας συνολικού εισοδήματος την τελευταία δεκαετία, παρατηρείται συστηματικά αυξημένο επίπεδο προοδευτικότητας, με τους πολίτες με τα υψηλότερα δηλωθέντα εισοδήματα να επιβαρύνονται με δυσανάλογα υψηλό μερίδιο των συνολικών φόρων.
Πηγή: OT