Παραιτήθηκε ο τραπεζίτης που «κούρεψε» τα ελληνικά ομόλογα
Του Αλέξανδρου Καψύλη
Την αποχώρησή του από την Lazard ανακοίνωσε ο διευθύνων σύμβουλος της κορυφαίας γαλλικής επενδυτικής τράπεζας Ματιέ Πιγκάς. «Έπειτα από 15 συναρπαστικά χρόνια στη Lazard αισθάνομαι την ανάγκη για ένα νέο ξεκίνημα, μια νέα πρόκληση. Αποφάσισα λοιπόν να αφιερωθώ σε ένα ιδιωτικό επιχειρηματικό σχέδιο», έγραψε σε εσωτερική επιστολή προς τους εργαζόμενους της Lazard ο Πιγκάς.
«Φεύγω από τη Lazard συγκινημένος αλλά και περήφανος για όσα πετύχαμε μαζί όλα αυτά τα χρόνια», σημειώνει ο γάλλος τραπεζίτης και προσθέτει ότι η απόφαση που έλαβε ήταν δύσκολη γι’ αυτόν. Το «ιδιωτικό επιχειρηματικό σχέδιο», που ανέφερε, θα είναι στον ίδιο χώρο των τραπεζικών και χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, σύμφωνα με το γαλλικό τύπο.
Ως «μίνι σεισμό» στον κόσμο των τραπεζών, «ακόμα κι αν πολλοί είχαν ένα προαίσθημα της φυγής του τις τελευταίες εβδομάδες», χαρακτηρίζει η ρεπόρτερ του «Figaro» Αν Σεβιάλ την αποχώρηση του Πιγκάς, ο οποίος είναι μεταξύ άλλων και μέτοχος της γαλλικής εφημερίδας «Le Monde».
Ο γάλλος τραπεζίτης ανακοίνωσε την πρόθεσή του να εγκαταλείψει την ηγεσία του γαλλικού σκέλους της Lazard στον Κένεθ Τζέικομπς, διευθύνοντα σύμβουλο του αμερικανικού σκέλους της τράπεζας, με τον οποίο φέρεται να είχε στενή συνεργασία για το ενδεχόμενο αυτό από τον περασμένο Αύγουστο. Το διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας θα συνεδριάσει για να αποφασίσει για το διάδοχο του Πιγκάς, που θα παραμείνει στο αξίωμά του έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019.
Απόφοιτος της φημισμένης Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης της Γαλλίας (ΕΝΑ), πρώην τεχνικός σύμβουλος του υπουργού Οικονομικών Ντομινίκ Στρος-Καν, στη συνέχεια αναπληρωτής διευθυντής του υπουργικού συμβουλίου επί πρωθυπουργίας Λοράν Φαμπιούς, ο Ματιέ Πιγκάς εντάχθηκε στο δυναμικό της Lazard το 2002 «καταφέρνοντας να τη φέρει στην πρώτη γραμμή των επενδυτικών τραπεζών της Γαλλίας», όπως γράφει χαρακτηριστικά η «Figaro».
Διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στις εξαγορές της Westfield από την Unibail αντί 17 δισ. ευρώ και της Zodiac από τη Safran αντί 8,6 δισ. ευρώ. Πρωταγωνίστησε επίσης σε πολλές αναδιαρθρώσεις του δημοσίου χρέους υπερχρεωμένων κρατών, μεταξύ των οποίων της Ελλάδας, της Αργεντινής και της Ουκρανίας.