Οι Έλληνες άρχισαν το τρέξιμο και οι εταιρείες τρίβουν τα χέρια τους
Δέκα χιλιάδες βήματα την ημέρα είναι ο κανόνας για τη διατήρηση ή και τη βελτίωση της σωματικής και ψυχικής υγείας, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Πόσοι Έλληνες ακολουθούν αυτή τη «συνταγή»; Μάλλον λίγοι εάν λάβουμε υπόψη τα στοιχεία από το Ευρωβαρόμετρο για το 2022. Ειδικότερα, στην ερώτηση «πόσο συχνά γυμνάζεστε ή κάνετε κάποιο άθλημα», το 68% των Ελλήνων δήλωσε ποτέ και το 9% σπάνια. Τακτικά γυμνάζεται το 4% των Ελλήνων και όχι τόσο τακτικά το 19%. Ποτέ ή σπάνια γυμνάζονται το 45% και το 17% των πολιτών των χωρών της Ε.Ε.
Την ίδια ώρα όμως, το δρομικό κίνημα αναπτύσσεται σημαντικά στη χώρα μας. Δεκάδες δήμοι, από τον πιο μικρό έως τον πιο μεγάλο, διοργανώνουν αγώνες δρόμου, τα running clubs (σ.σ. το απόλυτο trend αυτή τη στιγμή στο παγκόσμιο fitness community) έχουν αρχίσει να εμφανίζονται στις μεγάλες πόλεις, ενώ το τρέξιμο, με ποσοστό 55,7%, είναι η πιο δημοφιλής αθλητική δραστηριότητα στην Ελλάδα, σύμφωνα με έρευνα της Klarna, η οποία επιλέγεται κυρίως από Millennials, Gen X και Baby Boomers (62,5%, 52,7%, και 57% αντίστοιχα).
Στο… τρέξιμο και οι Λάτσης, Φουρλής Nestle
Την αυξανόμενη αγάπη για το τρέξιμο (ή το περπάτημα για τους λιγότερους μυημένους) σπεύδει να εκμεταλλευτεί εμπορικά η επενδυτική κοινότητα.
Ακριβώς στην αγορά του running επενδύει η οικογένεια του Σπύρου Λάτση, που βρίσκεται πίσω από τη νέα εταιρεία Ena Athletics, όπως ανέφερε πριν δύο μέρες ο ΟΤ.
Η startup με έδρα την Αθήνα, λανσάροντας το πρώτο Ελληνικό running παπούτσι υψηλών προδιαγραφών (supershoe), φιλοδοξεί να αλλάξει τα δεδομένα της κατηγορίας «που βιώνει τεράστια ανάπτυξη στις μέρες μας, όπως αποδεικνύεται περίτρανα και από τις συμμετοχές του φετινού Αυθεντικού Μαραθωνίου της Αθήνας, του οποίου οι θέσεις εξαντλήθηκαν σε λιγότερο από δύο μήνες».
Την ίδια στιγμή ο όμιλος Φουρλής, προσδοκά σημαντικά οφέλη όχι μόνο από τα αθλητικά είδη (βλέπε τη συμφωνία με τη Foot Locker για τη λειτουργία καταστημάτων της αμερικανικής αλυσίδας sneakers στην Ελλάδα και σε ακόμη 7 αγορές των δυτικών Βαλκανίων), αλλά και από τον κλάδο της υγείας και της ευεξίας αναπτύσσοντας την αλυσίδα Holland & Barrett, οι πωλήσεις της οποίας καταγράφουν αύξηση 60% σε επίπεδο like for like το πρώτο εξάμηνο του έτους.
Κι αυτό γιατί όσοι τρέχουν σε ημιμαραθώνιους, μαραθώνιους και running events, αλλά ακόμη και γύρω από το πάρκο της γειτονιάς τους, θεωρούν πως μέσω των ειδικών συμπληρωμάτων διατροφής και των βιταμινών ότι θα ενισχύσουν την αντοχή τους και θα διατηρήσουν την ενέργειά τους σε κάθε προπόνηση.
Επίσης στην εγχώρια αγορά των συμπληρωμάτων διατροφής και βιταμινών, συνολικής αξίας 160 εκατ. ευρώ, που αναπτύσσεται ταχύτατα, ισχυρή παρουσία θέλει να αποκτήσει και η Nestle Ελλάς.
Η ελληνική θυγατρική του πολυεθνικού κολοσσού έχει αποκτήσει από πρόπερσι τη δραστηριότητα της Solgar, κορυφαίας εταιρείας στην κατηγορία.
Είναι ενδεικτικό ότι με βάση έρευνα αγοράς που παρουσίασε η Nestle Ελλάς το 2019 το ποσοστό στην Ελλάδα όσων είχαν δοκιμάσει έστω και μια φορά συμπλήρωμα διατροφής ήταν 88%, τώρα ανέρχεται σε 94%. Μάλιστα, εξ αυτών το 60% είναι χρήστες πολλών κατηγοριών συμπληρωμάτων διατροφής έναντι ποσοστού μόλις 14% το 2019.
Σε καμιά περίπτωση βεβαίως δεν παίρνουν όλοι οι Έλληνες παίρνουν συμπληρώματα διατροφής γιατί τρέχουν ή γενικά γιατί αθλούνται, αλλά αποτυπώνεται η τάση.
Το φαινόμενο της μπάρας
Την ίδια ώρα, οι ερασιτέχνες αθλητές και οι λάτρεις της σωματικής άσκησης προκειμένου να καλύψουν τις υψηλότερες απαιτήσεις σε πρωτεΐνη για τη συντήρηση και την αποκατάσταση των μυών, επιλέγουν τρόφιμα «high protein», με τις μπάρες να είναι και το πιο καθιερωμένο προϊόν στην κατηγορία, ενώ με υψηλές ταχύτητες έχουν αρχίσει να «τρέχουν» εσχάτως και τα πρωτεϊνούχα επιδόρπια γιαουρτιού.
Σε ό,τι αφορά τις μπάρες, εκτός από τους πολυεθνικούς κολοσσούς, όπως η Nestle, η Kellogg’s και η General Mills, στη μάχη της… πρωτεΐνης έχουν ριχτεί και σχεδόν όλες οι μεγάλες ελληνικές εταιρείες που παράγουν σνακ. Από τις ιστορικές βιομηχανίες Παπαδοπούλου, ION και Γιώτης μέχρι την εταιρεία μπισκότων Βιολάντα και την INTROFEX με το σήμα Millhouse.
Ταυτόχρονα μερίδιο διεκδικούν και μικρότεροι «παίκτες», όπως η Σδούκος που δραστηριοποιείται στους ξηρούς καρπούς και η ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΕΒΕ (Jannis) με ειδικότητα στα παστέλια.
Ακόμη όμως και βιομηχανίες που μέχρι πρότινος δεν είχαν σχέση με την εν λόγω κατηγορία έχουν κάνει την είσοδό τους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την γαλακτοβιομηχανία Ήπειρος.
Ενδεικτικό είναι πως το μέγεθος της παγκόσμιας αγοράς των protein bars έφτασε τα 3,6 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ το 2023. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της εταιρείας ερευνών, IMARC αναμένεται ότι η αγορά θα φτάσει τα 5,6 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ έως το 2032, παρουσιάζοντας σύνθετο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) 5% κατά την περίοδο 2024-2032.
Πηγή: ΟΤ