Ο φόβος ενός εργασιακού Μεσαίωνα και η επιστροφή των κοινωνικών διεκδικήσεων

Δημοσιεύτηκε στις 05/05/2020 20:58

Ο φόβος ενός εργασιακού Μεσαίωνα και η επιστροφή των κοινωνικών διεκδικήσεων

Παρότι σε μεγάλο βαθμό συμβολικές, σε ορισμένες περιπτώσεις όπως αυτή του ΠΑΜΕ στο Σύνταγμα εντυπωσιακά συμβολικές, το ίδιο το γεγονός ότι εν μέσω πλήρους ισχύος των απαγορεύσεων και των περιορισμών στην κυκλοφορία και τις μετακινήσεις πραγματοποιήθηκαν κινητοποιήσεις των εργαζομένων, ήρθε να υπενθυμίσει ότι το «πάγωμα» μεγάλου μέρους της κοινωνικής δραστηριότητας δεν σημαίνει και αναστολή ή εξαφάνιση των κοινωνικών συγκρούσεων.

Αλλωστε, είχαν προηγηθεί οι κινητοποιήσεις των υγειονομικών, στις 7 και 28 Απριλίου, που είχαν αναδείξει τα επιτακτικά αιτήματα ενός κλάδου που έχει αναγνωριστεί από όλους ότι αποτελεί την πρώτη γραμμή της μάχης ενάντια στην πανδημία και χαίρει σήμερα ιδιαίτερης αναγνώρισης και σεβασμού, αλλά και οι κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών που διαμαρτύρονται έντονα για την κατάθεση ενός νομοσχεδίου για την εκπαίδευση εν μέσω περιοριστικών μέτρων στη δημόσια συνάθροιση.

 

Σε αυτά ας προσθέσουμε και τις κινητοποιήσεις οικολογικών οργανώσεων και ευρύτερα κινημάτων που έχουν να κάνουν με το περιβάλλον ενάντια στο νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης, το οποίο κατηγορούν για υπονόμευση της περιβαλλοντικής προστασίας, κινητοποιήσεις που είναι οι πρώτες που γίνονται υπό το νέο καθεστώς των συναθροίσεων διαμαρτυρίας με μέτρα προστασίας.

Αντίστοιχα, δεν πρέπει να παραβλέψουμε την σε εξέλιξη μεγάλη καμπάνια των καλλιτεχνών και συνολικά των εργαζομένων στον χώρο της τέχνης και του πολιτισμού, ενός κλάδου που θα συνεχίσει να πλήττεται εφόσον πρακτικά ακυρώνονται για μεγάλο διάστημα τόσο οι καλλιτεχνικές εκδηλώσεις με μαζικό κοινό όσο και η δυνατότητα προετοιμασίας μελλοντικών στον βαθμό που δεν μπορούν να γίνουν κανονικές πρόβες.

Ποιος θα πληρώσει το κόστος των μέτρων

Ούτως ή άλλως με τη χώρα να επανέρχεται όχι στην κανονικότητα αλλά σε μια πραγματικότητα σημαντικών περιορισμών και μερικής επανεκκίνησης τμήματος της κοινωνικής δραστηριότητας και με την οικονομία να αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο μιας πολύ βαθιάς ύφεσης που θα έρθει να προστεθεί στα ανοιχτά τραύματα που άφησε η περίοδος των Μνημονίων, αρχίζει να αναδεικνύεται το ερώτημα του επιμερισμού του κόστους αυτής της περιόδου.

Ακόμη και το υπουργείο Οικονομικών παραδέχεται ύφεση 7,9% για φέτος, με διεθνείς οργανισμούς και αναλυτές να θεωρούν ότι είναι πιθανό και το διψήφιο ποσοστό εξαιτίας και της μεγάλης βαρύτητας για την ελληνική οικονομία κλάδων όπως ο τουρισμός, που θα αντιμετωπίσουν φέτος μια χαμένη χρονιά.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Δεν υπάρχουν ουδέτερες λύσεις στην οικονομία

 

Και στη χώρα μας όπως και διεθνώς αυτό θα διαμορφώσει το πεδίο για μια έντονη κοινωνική αντιπαράθεση για τον τρόπο που θα επιμεριστούν τα πακέτα ενίσχυσης της οικονομίας που σχεδιάζονται, πακέτα που στην ελληνική περίπτωση θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό και από την τελική μορφή – και κυρίως το μέγεθος – που θα έχουν τα ευρωπαϊκά μέτρα που σκιαγραφήθηκαν στην τελευταία τηλεδιάσκεψη κορυφής αλλά ακόμη δεν έχουν πάρει την οριστική μορφή τους.

Το βασικό επίδικο της αντιπαράθεσης θα είναι ο τρόπος που θα επιμεριστεί η οικονομική ενίσχυση ανάμεσα στην ενίσχυση κλάδων και επιχειρήσεων και την ενίσχυση των ίδιων των εργαζομένων. Σε αυτό θα προστεθεί και ο τρόπος με τον οποίο θα οργανωθούν οι μορφές επιδότησης της διατήρησης θέσεων εργασίας, καθώς είναι πιθανό αυτές να υπολείπονται των αποδοχών που μπορεί να ελάμβαναν πριν από τα μέτρα.

Γύρω από αυτά εύλογα θα μπορούσε κανείς να περιμένει τη σταδιακή ανάδυση ενός ευρέος φάσματος διεκδικήσεων, τόσο από κατηγορίες εργαζομένων που θα μένουν εκτός των όποιων ρυθμίσεων, όσο και σε σχέση με την κλίμακα της επιδότησης.

Συνθήκες ασφαλείας και μέτρα προστασίας

Ενα άλλο κρίσιμο πεδίο στο οποίο το επόμενο διάστημα θα μπορούσαν να υπάρξουν σημαντικές διεκδικήσεις είναι αυτό των συνθηκών εργασίας. Σε χώρες όπου το «πρώτο κύμα» της πανδημίας είναι πολύ πιο έντονο και με μεγάλους αριθμούς κρουσμάτων, έχει προκύψει το ζήτημα των συνθηκών ασφαλείας για εργαζομένους σε στρατηγικούς χώρους, όπως είναι οι εφοδιαστικές αλυσίδες (χαρακτηριστικές οι κινητοποιήσεις σε αποθήκες της Amazon στις ΗΠΑ αλλά και την Ευρώπη) ή η βιομηχανία τροφίμων (με τον μεγάλο αριθμό κρουσμάτων σε εργοστάσια επεξεργασίας κρέατος στις ΗΠΑ).

Στη χώρα μας έχει αποφευχθεί τώρα κάποια μεγάλη σώρευση κρουσμάτων που να σχετίζεται με εργασιακό χώρο, με την εξαίρεση μιας ιδιωτικής κλινικής. Ωστόσο, όσο θα επιστρέφουν κλάδοι σε λειτουργία και στην προοπτική τυχόν νέας κλιμάκωσης των κρουσμάτων, θα μπορούσε κανείς να αναμένει να υπάρξουν σημαντικές συγκρούσεις γύρω από τους όρους οργάνωσης της εργασιακής διαδικασίας με ασφαλείς όρους.

Ηδη αυτό φαίνεται στις μεγάλες συζητήσεις και διαμαρτυρίες που υπάρχουν ως προς το εάν και σε ποιο βαθμό μπορεί να μεθοδευτεί η επαναλειτουργία των σχολικών μονάδων με βάση τις προδιαγραφές ασφαλείας που προβλέπονται, με δεδομένη και την υπαρκτή κτιριακή υποδομή και τον αριθμό του εκπαιδευτικού προσωπικού.

Η αντιπαράθεση για τον μόνιμο ή τον προσωρινό χαρακτήρα των μέτρων

Η πανδημία έφερε μεγάλες αλλαγές στο τοπίο ιδίως της εργασίας. Ενα μεγάλο φάσμα μορφών οργάνωσης και ρύθμισης της εργασίας, που στο παρελθόν είχαν αποτελέσει πεδίο μεγάλων συγκρούσεων και αντιπαραθέσεων, προωθήθηκαν τώρα ως περίπου αυτονόητες στο πλαίσιο μιας λογικής έκτακτων μέτρων. Από τη γενίκευση της τηλεργασίας μέχρι την εκ περιτροπής εργασία και από τη δυνατότητα αναστολής συμβάσεων μέχρι τη δυνατότητα ουσιαστικά μονομερούς επιβολής περικοπής αποδοχών, είναι πολλά τα παραδείγματα ρυθμίσεων που στο παρελθόν προωθούσε η εργοδοτική πλευρά απέναντι στις αντιστάσεις των συνδικάτων και που τώρα εφαρμόζονται ως έκτακτα μέτρα.

Αυτό ανοίγει τον δρόμο για μια έντονη αντιπαράθεση ως προς το εάν και σε ποια κλίμακα τέτοια μέτρα θα γίνουν τμήματα μιας νέας «κανονικότητας» ή εάν η έξοδος από την εποχή της πανδημίας θα σημάνει και την επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς εργασίας, τουλάχιστον ως προς την υποχρεωτικότητα ορισμένων προβλέψεων.

Ας μην ξεχνάμε ότι τα επιπλέον αυτά μέτρα έρχονται σε μια περίοδο όπου παραμένει σε ισχύ ένα μεγάλο μέρος του θεσμικού πλαισίου που καθιερώθηκε στην περίοδο των Μνημονίων. Η πρόσφατη μετάθεση ουσιαστικά, με πρόβλεψη σε Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, της όποιας αύξησης του κατώτατου μισθού ήρθε να υπενθυμίσει ότι ούτως ή άλλως κρίσιμες πλευρές της εργασίας δεν ρυθμίζονται μέσω ελεύθερων διαπραγματεύσεων και διεκδικήσεων.

Το νέο πρόσωπο της διαμαρτυρίας

Γύρω από αυτά τα ζητήματα μπορούμε να αναμένουμε κοινωνικές συγκρούσεις το επόμενο διάστημα. Σε αυτό το πλαίσιο, οι κινητοποιήσεις της Πρωτομαγιάς παραπέμπουν σε εικόνες που θα βλέπουμε το επόμενο διάστημα, δηλαδή σε κινητοποιήσεις που μπορεί να προσαρμόζονται στους περιορισμούς αλλά ταυτόχρονα θα μπορούν να έχουν έναν σημαντικό αντίκτυπο.

Και παρότι εύλογα θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος ότι μέσα σε μια συνθήκη αναστολών συμβάσεων, κλάδων σε αδυναμία λειτουργίας και τηλεργασίας δεν είναι τόσο εύκολο να υπάρξουν παραδοσιακές μορφές κινητοποίησης, όπως είναι οι απεργίες, εντούτοις δεν θα πρέπει να υποτιμήσουμε τη σημασία της ορατότητας που αποκτούν κλάδοι και κοινωνικές κατηγορίες.

Και αυτό γιατί μία από τις επιπτώσεις της πανδημίας είναι ότι οι άνθρωποι βρίσκονται να περνούν περισσότερο χρόνο στο Διαδίκτυο, σε αναζήτηση ενημέρωσης ή και ψυχαγωγίας. Αυτή η ιδιαίτερη βαρύτητα της συμβολικής σφαίρας έδωσε σημαντική απήχηση π.χ. στους εργαζομένους της πρώτης γραμμής, διαμορφώνοντας ένα εντυπωσιακό κύμα υποστήριξης που με τη σειρά του εκ των πραγμάτων ασκεί πίεση.

Ας μην ξεχνάμε ότι είμαστε σε μια περίοδο όπου ζητήματα που αφορούν την υγεία και συνολικά τη ζωή της κοινωνίας γίνονται τα κεντρικά θέματα που απασχολούν τις κυβερνήσεις και αποτελούν τα βασικά σημεία πολιτικών συγκλίσεων και αντιπαραθέσεων.

Σε αυτό το φόντο, ζητήματα που αφορούν την εργασία, από τα θέματα υγιεινής και ασφάλειας εν μέσω μιας πανδημίας μέχρι τα θέματα των μισθών και της απασχόλησης, αποκτούν εκ των πραγμάτων μια κεντρικότητα και δεν μπορούν να σπρωχτούν τόσο εύκολα στο περιθώριο της δημοσιότητας. Αυτό δίνει νέες δυνατότητες στα συνδικάτα να αναδείξουν ζητήματα και να απαιτήσουν πολιτικές παρεμβάσεις υπέρ της εργασίας, ιδίως από τη στιγμή που όλοι αναγκάζονται να παραδεχτούν ότι ορισμένα κρίσιμα ζητήματα που αφορούν τη συλλογική μας επιβίωση δεν μπορούν να αφεθούν στις «δυνάμεις της αγοράς».

© Πηγή: In.gr