Ο ελληνικός προϋπολογισμός περνά «τις εξετάσεις» του Eurogroup
Σε πλήρη συμμόρφωση με τις δημοσιονομικές συστάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου είναι τα προσχέδια προϋπολογισμού (DBP) της Ελλάδας, της Κύπρου, της Εσθονίας, της Ισπανίας, της Ιρλανδίας, της Λιθουανίας και της Σλοβενίας, όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή του το Eurogroup, το οποίο συνεδρίασε σήμερα.
Παράλληλα, σημειώνει ότι τα DBP της Αυστρίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, του Λουξεμβούργου, της Λετονίας, της Μάλτας, της Ολλανδίας, της Πορτογαλίας και της Σλοβακίας ευθυγραμμίζονται «σε γενικές γραμμές» με τις δημοσιονομικές συστάσεις του Συμβουλίου. Και καλεί τα μέλη αυτά να είναι έτοιμα να αναλάβουν δράση όπως απαιτείται.
Μέτρα για την αντιμετώπιση των κινδύνων
Όπως αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση, οι υπουργοί ευρωζώνης, σημείωσαν στην ανακοίνωση της Γερμανίας ότι ενδέχεται να χρειαστούν προσαρμογές στα δημοσιονομικά της σχέδια και «χαιρέτησαν την προθυμία της να κρατήσει ενήμερο το Eurogroup».
Παράλληλα, τονίζουν ότι η Ισπανία, η Σλοβακία και το Λουξεμβούργο υπέβαλαν DBP χωρίς αλλαγή πολιτικής, προσθέτοντας ότι αναμένουν την αξιολόγηση των ενημερώσεων από την Επιτροπή.
Το Eurogroup σημειώνει ότι, με βάση την αξιολόγηση της Επιτροπής, τα DBPs του Βελγίου, της Φινλανδίας, της Γαλλίας και της Κροατίας κινδυνεύουν να μην ευθυγραμμιστούν με τη δημοσιονομική σύσταση του Συμβουλίου. Και τονίζει ότι η δημοσιονομική πολιτική στο Βέλγιο και τη Γαλλία προβλέπεται να είναι συσταλτική.
Τέλος καλεί τα αυτά τα κράτη μέλη να εξετάσουν εγκαίρως και όπως είναι απαραίτητο να λάβουν μέτρα για την αντιμετώπιση των κινδύνων που εντόπισε η Επιτροπή, ώστε να διασφαλιστεί ότι η δημοσιονομική πολιτική είναι σύμφωνη με τις συστάσεις που ενέκρινε το Συμβούλιο και χαιρετίζει τη δέσμευσή τους για παρακολούθηση απαιτείται.
Ανθεκτική οικονομία
Οι υπουργοί Οικονομικών της ζώνης του ευρώ αναφέρουν ότι η οικονομία της ζώνης του ευρώ έχει επιδείξει ανθεκτικότητα έναντι των μεγάλων οικονομικών κραδασμών τα τελευταία χρόνια, αντανακλώντας επίσης μια ισχυρή, συντονισμένη και έγκαιρη απάντηση πολιτικής.
Μετά από μια ισχυρή ανάκαμψη, η δυναμική της ανάπτυξης επιβραδύνθηκε σημαντικά φέτος, εν μέσω υψηλότερου κόστους ζωής, αδύναμης εξωτερικής ζήτησης και καθώς η επίδραση της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής διαπερνά την οικονομία.
Σταδιακή ανάκαμψη της ανάπτυξης αναμένεται για το 2024, υποστηριζόμενη από την ισχυρή αγορά εργασίας και τη συνεχιζόμενη αποπληθωριστική διαδικασία.
Η αβεβαιότητα και οι καθοδικοί κίνδυνοι για τις προοπτικές έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, που σχετίζονται κυρίως με γεωπολιτικές εντάσεις, συμπεριλαμβανομένης της αστάθειας των αγορών ενέργειας. Ο πληθωρισμός και ο δομικός πληθωρισμός βρίσκονται σε πτωτική πορεία, αν και ο δομικός πληθωρισμός παραμένει πιο επίμονος. Είναι σημαντικό ο πληθωρισμός να μειωθεί περαιτέρω και οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό να παραμείνουν καλά σταθεροποιημένες.
Υποχωρεί το έλλειμμα
Στην ανακοίνωση τονίζεται επίσης ότι με βάση τις προβλέψεις της Επιτροπής, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης της ζώνης του ευρώ προβλέπεται να συνεχίσει να μειώνεται από 3,6% του ΑΕΠ το 2022 σε 3,2% το 2023 και σε λίγο κάτω από το 3% του ΑΕΠ το 2024. Οκτώ κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ προβλέπεται να έχουν έλλειμμα πάνω από το 3% του ΑΕΠ της τιμής αναφοράς της Συνθήκης το 2023 και εννέα το 2024. Το δημόσιο χρέος στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να ανέλθει σε περίπου 90% του ΑΕΠ το 2024, με οριακή μείωση σε σύγκριση με το 2023, ωστόσο σημαντικά κάτω από το ανώτατο όριο το 2020 , ενώ παραμένει πάνω από το επίπεδο πριν από την κρίση του COVID-19.
Ο δημοσιονομικός προσανατολισμός της ζώνης του ευρώ κινήθηκε σε συσταλτικό έδαφος το 2023, μετά από τρία χρόνια επέκτασης λόγω κρίσης, που συνέβαλε στην αντιμετώπιση των εξωτερικών κραδασμών και στην προστασία των ευάλωτων νοικοκυριών και των βιώσιμων επιχειρήσεων. Η αλλαγή στη δημοσιονομική στάση ήταν απαραίτητη για τη στήριξη βιώσιμων δημόσιων οικονομικών και στήριξε τη νομισματική πολιτική στις προσπάθειές της για την αποκατάσταση της σταθερότητας των τιμών. Περαιτέρω σύσφιξη του δημοσιονομικού προσανατολισμού της ζώνης του ευρώ αναμένεται για το 2024, μετά τη σταδιακή κατάργηση των περισσότερων από τα υπόλοιπα μέτρα ενεργειακής στήριξης.
Το ενδεχόμενο μέγεθος της συσταλτικής επίδρασης θα μπορούσε να επηρεαστεί από τα πιθανά μέτρα που έλαβε η Γερμανία ως απάντηση στην απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της.
Πηγή: ΟΤ