Ο Δούρειος Ίππος του «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ»: Μονιμοποιεί μειώσεις μισθών – γενικεύει τη μερική απασχόληση
Ενισχύονται οι φόβοι για δυσμενή και βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας και στη μετά-πανδημία εποχή διαφαίνεται από την εφαρμογή του προγράμματος «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ».
Παράθυρο για μετά τον Οκτώβριο
Άλλωστε το πρόγραμμα αυτό το οποίο εξήγγειλε χτες ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνηση αποτελεί στην πραγματικότητα την ελληνική εφαρμογή του ευρωπαϊκού προγράμματος SURE, το οποίο με τη σειρά του στηρίζεται στο γερμανικό μοντέλο της επιδότησης της μερικής απασχόλησης.
Στο πλαίσιο αυτό η κυβέρνηση συνεχίζει να δέχεται ομοβροντία πυρών από τα κόμματα της αντιπολίτευσης για το εν λόγω πρόγραμμα και μάλιστα αυτό για το οποίο εγκαλείται, είναι πως διαμορφώνει το έδαφος για συρρίκνωση στο διηνεκές των εναπομεινάντων σήμερα εργασιακών δικαιωμάτων.
Η μείωση του κατώτερου μισθού στα 534 ευρώ (ποσό που αντιστοιχεί στο επίδομα ειδικού σκοπού που δίνεται στις περιπτώσεις αναστολής των συμβάσεων) καθώς και η γενίκευση των ελαστικών μορφών απασχόλησης μέσω της διευρυμένης εφαρμογής της εκ περιτροπής εργασίας για να επιδοτηθεί ένα μέρος του μισθού είναι οι βασικοί φόβοι που εκφράζονται.
Μάλιστα στα πυρά που δέχεται η κυβέρνηση είναι πως διαμορφώνει ακριβώς αυτές τις συνθήκες ώστε να μείνουν ως de facto κληρονομιά και για την μετά-κοροναϊό εποχή οι «νέες» συνθήκες ελαστικής εργασίας με παράλληλη μείωση των αποδοχών.
Σήμερα μάλιστα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο παράτασης του προγράμματος «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ» και για μετά τον Οκτώβριο.
«Όσο πιο γρήγορα επανεκκινήσει η ελληνική οικονομία την πορεία της προς βιώσιμη ανάπτυξη, αυτό θα απομακρύνεται. Εάν όμως είναι απαραίτητο, ναι, υπάρχει πρόνοια να δοθεί παράταση σ’ αυτό το πρόγραμμα, για όσο χρειαστεί» ήταν η απάντηση του Στέλιου Πέτσα στο σχετικό ερώτημα.
Μειωμένος μισθός ή επίδομα ανεργίας
Η σύνδεση που κάνει η κυβέρνηση του εν λόγω προγράμματος με τους δείκτες ανάκαμψης της οικονομίας ουσιαστικά προοιωνίζονται μάλλον μακροημέρευσή του καθώς είναι αμφίβολο αν μετά από μια τόσο βαθιά ύφεση όπως αναμένεται για φέτος μπορεί να έρθει μια ισχυρή ανάπτυξη το 2021.
Υπ’ αυτή την έννοια η κατάσταση της οικονομίας αποκτά μια δυναμική που είναι πολύ εύκολο να ακυρώσει στην πράξη τις όποιες διακηρύξεις για στήριξη των θέσεων εργασίας με τις ακολουθούμενες πολιτικές.
Μάλιστα η αξιωματική αντιπολίτευση σήμερα έθεσε ένα ακόμα ζήτημα καταγγέλλοντας την κυβέρνηση πως ψεύδεται αναφορικά με την απαγόρευση των απολύσεων καθώς ο κίνδυνος της απόλυσης είναι υπαρκτός για όποιον εργαζόμενο δεν δεχτεί να μπει σε καθεστώς εκ περιτροπής εργασίας με μειωμένες αποδοχές.
Δεν είναι τυχαίο ότι κατά τη σημερινή ενημέρωση των πολιτικών συντακτών ο Στέλιος Πέτσας επιχείρησε να απαντήσει σε όλα αυτά και κυρίως να διαψεύσει τις ήδη δημιουργημένες εντυπώσεις πως καταρχήν το βάρος της κρίσης θα το σηκώσουν -πέραν των ανέργων που έχασαν, χάνουν ή θα χάσουν τη δουλειά τους- οι εργαζόμενοι με μειώσεις μισθών.
Η σύγκριση να γίνει με το «μηδέν»
Ο Στέλιος Πέτσας μίλησε για «σταυροδρόμι» και έθεσε υπό μορφή διλήμματος: «Θα ακολουθήσουμε τον δρόμο που οδηγεί στα λουκέτα και στην ανεργία; Ή τον άλλο δρόμο που στηρίζει την εργασία;».
Στο πλαίσιο αυτό υποστήριξε ότι «προτιμούμε μισθό και όχι επίδομα ανεργίας. Που άλλωστε είναι πολύ μικρότερο» και τόνισε πως με τα μέτρα της κυβέρνησης εξασφαλίζεται ότι «εκεί που θα υπήρχαν αναπόφευκτα λουκέτα, ιδίως στον τουρισμό, στις μεταφορές, τον πολιτισμό και στην εστίαση, εμείς διατηρούμε τις θέσεις εργασίας, χωρίς μεταβολή των εργασιακών σχέσεων. Διατηρούμε δηλαδή το μισθό των εργαζομένων».
«Η κριτική ότι δήθεν με αυτή την πολιτική μειώνονται οι μισθοί κατά 20%, όπως προβάλλει από χθες η αντιπολίτευση, είναι επιπόλαια. Ανεύθυνη. Και ψεύτικη» πρόσθεσε και συνέχισε:
Δεν υφίσταται σύγκριση με κάποιον αριθμό εκεί που θα έμπαινε λουκέτο. Αλλά, μόνο με το μηδέν. Με την ανεργία. Και την ανασφάλεια. Αυτά αντιμετωπίζουμε με το Σχέδιό μας. Τα πραγματικά προβλήματα. Όχι τα «φανταστικά». Αυτά που απασχολούν τον κόσμο. Όχι αυτά που κατασκευάζει η αντιπολίτευση. Και ο κόσμος της εργασίας το καταλαβαίνει καλά».
Έμμεση παραδοχή
Στην πραγματικότητα με τον έμμεσο αυτό τρόπο ο κ. Πέτσας επιχείρησε να δικαιολογήσει την κατά το 20% μείωση των μισθών για όσους μπουν σε εκ περιτροπής εργασία, αφού η επιδότηση θα αφορά μόνο το 60% του μισού μισθού που δεν θα καλύπτει ο εργοδότης. Και επιχείρησε να τη δικαιολογήσει με το επιχείρημα ότι αυτό το ψαλίδισμα θα πρέπει να συγκριθεί με το μηδενικό εισόδημα ενός απολυμένου επειδή η επιχείρηση δεν θα μπορούσε να διατηρήσει τη θέση εργασία.
Ψευδή χαρακτηρίζει τον ισχυρισμό της κυβέρνησης ότι υπάρχει γενικευμένη ρήτρα διατήρησης της απασχόλησης, η Έφη Αχτσιόγλου τονίζοντας πως όσοι εργαζόμενοι δεν δεχτούν την εκ περιτροπής εργασία και τη μείωση των μισθών τους θα απολύονται.
Πλήρως απελευθερωμένες
Για τους εργαζόμενους που δεν θα μπουν σε καθεστώς μειωμένου μισθού, οι απολύσεις είναι πλήρως απελευθερωμένες, δηλώνει η τομεάρχης Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην υπουργός.
«Όπως σαφώς προκύπτει από τις κάρτες που παρουσίασε χθες η κυβέρνηση, η θέση εργασίας διατηρείται μόνο για τον εργαζόμενο που μειώνεται ο μισθός του κατά 20% και τίθεται σε εκ περιτροπής απασχόληση», τονίζει σε δήλωσή της η Εφη Αχτσιόγλου.
«Για τους εργαζόμενους που δεν θα μπουν σε καθεστώς μειωμένου μισθού, οι απολύσεις είναι πλήρως απελευθερωμένες. Επομένως, ο ισχυρισμός της κυβέρνησης περί γενικευμένης ρήτρας διατήρησης των θέσεων εργασίας είναι ψευδής» επισημαίνει η κα Αχτσιόγλου.
Σχέδιο εσωτερικής υποτίμησης
Στο μεταξύ ο κ. Χαρίτσης εμφανίστηκε επικριτικός απέναντι στα μέτρα που παρουσίασε χθες η κυβέρνηση, τα οποία – όπως είπε – «είναι ένα σχέδιο εσωτερικής υποτίμησης, που επιστρέφει τη χώρα στα όσα ζήσαμε τα πρώτα χρόνια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, την περίοδο 2010-14».
Ο κ. Χαρίτσης εκτίμησε πως πρόκειται για «ένα σχέδιο που μεταφέρει το βάρος της κρίσης στους εργαζόμενους και βασίζεται στην επικράτηση της ‘ανοσίας της αγέλης’ στην οικονομία και την επιβίωση των ισχυρότερων».
Τρεις επιλογές
«Η κυβέρνηση αφήνει στους εργαζόμενους τρεις επιλογές: είτε να αποδεχθούν μείωση μισθών 20%, είτε να δεχθούν το σχέδιο εκ περιτροπής εργασίας είτε να οδηγηθούν σε απολύσεις» υπογράμμισε ο εκπρόσωπος τύπου του ΣΥΡΙΖΑ.
Παράλληλα, πρόσθεσε, «μονιμοποιεί την αναστολή των συμβάσεων, κάτι που δεν γίνεται σε καμία άλλη χώρα».
«Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος προσπαθεί, αλλά η πραγματικότητα εξακολουθεί να τον διαψεύδει.
Σήμερα, απαντώντας στην κριτική του ΣΥΡΙΖΑ, είπε ότι δεν μειώνονται οι μισθοί. Προφανώς ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ή δεν ξέρει τι ανακοίνωσαν χτες οι υπουργοί της κυβέρνησης ή πιστεύει ότι οι πολίτες δεν γνωρίζουν απλή αριθμητική. Σύμφωνα με τις κυβερνητικές ανακοινώσεις, λοιπόν, στις επιχειρήσεις πλέον ο εργοδότης θα καταβάλλει το 50% του μισθού και το κράτος θα συμπληρώνει το 60% του υπόλοιπου 50%. Αυτό συνεπάγεται μείωση μισθού 20%.
Γενικευμένη ανασφάλεια
Η κυβέρνηση έχει κάνει την επιλογή της. Περιγράφει ένα μέλλον με μειώσεις μισθών και εμπέδωση πρακτικών εργοδοτικής αυθαιρεσίας σε συνθήκες γενικευμένης ανασφάλειας. Ενώ όσο επιμένει στις αναστολές συμβάσεων εργασίας, επιδοτεί την ανεργία. Όσα λεκτικά σχήματα και αν επιστρατεύσει» είπε ο κ. Χαρίτσης.
Κριτική άσκησε και η Φώφη Γεννηματά εκφράζοντας απογοήτευση για τα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση, τα οποία εκτίμησε ότι είναι «καθυστερημένα, ανεπαρκή και συντηρητικά».
Μείωση αποδοχών και ελαστικές μορφές
Σχολιάζοντας ειδικότερα τα μέτρα για τη στήριξη στην εργασία, επισήμανε ότι το Κίνημα Αλλαγής έχει παρουσιάσει συγκεκριμένη και απολύτως κοστολογημένη πρόταση για την εργασία αναδεικνύοντας τις διαφορές από τις προτάσεις της κυβέρνησης.
«Η επιδότηση εργασίας έτσι όπως την προτείνει η κυβέρνηση συνοδεύεται από μείωση αποδοχών για τους εργαζομένους κατά 20% και συνδέεται με ελαστικές μορφές απασχόλησης. Αυτό είναι σε βάρος των εργαζομένων και έρχεται να καθιερώσει μέσα στην πανδημία τη μερική απασχόληση. Στην πραγματικότητα το κόστος της κρίσης μεταβιβάζεται στους εργαζόμενους με διπλό τρόπο», σημείωσε και προσέθεσε:
Δάνειο το SURE
«Το SURE είναι κοινοτικό πρόγραμμα, αλλά δεν παύει να είναι δάνειο. Που σημαίνει ότι επιβαρύνεται η χώρα από αυτό το δάνειο. Άρα στο τέλος της ημέρας επιβαρύνεται και ο εργαζόμενος. Δεν είναι δυνατόν να δίνει η κυβέρνηση κίνητρα για την μερική απασχόληση. Θα έπρεπε να διασφαλίσουμε, όπως λέει το πρόγραμμα του Κινήματος Αλλαγής, όχι μόνο να μην υπάρξουν απολύσεις στις επιχειρήσεις που επιδοτούνται αλλά και να μην υπάρξουν δυσμενείς αλλαγές στους όρους των συμβάσεων των εργαζομένων».