Ο αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής στην οικονομία μπορεί να είναι χειρότερος από τον αναμενόμενο, λένε οι τράπεζες
Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην οικονομία θα μπορούσαν να είναι δύο έως και τέσσερις φορές μεγαλύτερες από ό,τι είχε εκτιμηθεί προηγουμένως, διαπίστωσε το NGFS (Network for Greening the Financial System – συκροτείται από κεντρικές τράπεζες και εποπτικές αρχές διαφόρων χωρών, με στόχο την οικολογικοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος) στα επικαιροποιημένα σενάριά του για την κλιματική αλλαγή.
Στο πέμπτο μακροοικονομικό σενάριο αξιολόγησης του κλιματικού κινδύνου, το NGFS σημειώνει ότι η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη θα μπορούσε να επιβραδυνθεί κατά 30% έως το 2100 λόγω της κλιματικής αλλαγής. Επικαιροποίησε τις μεθοδολογίες μοντελοποίησης κινδύνου για να συμπεριλάβει μια νέα συνάρτηση ζημίας που, όπως λέει, αποτυπώνει καλύτερα τις οικονομικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Τα σενάρια δείχνουν η μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία καθίσταται πιο δύσκολη, δήλωσε ο Livio Stracca, πρόεδρος της ανάλυσης σεναρίων και σχεδιασμού στο NGFS και αναπληρωτής γενικός διευθυντής χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
«Η έλλειψη πολιτικής φιλοδοξίας δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο – το αυξανόμενο κόστος των πολιτικών μετριασμού περιπλέκει την εφαρμογή τους, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται περαιτέρω αμείωτες εκπομπές αερίων, κλιματική ζημία και, ως εκ τούτου, να απαιτούνται πιο φιλόδοξες μελλοντικές πολιτικές. Ως εκ τούτου, αυτό αυξάνει περαιτέρω τις οικονομικές απώλειες που απορρέουν από την αύξηση της θερμοκρασίας του κλίματος», επισήμανε.
Τα κλιματικά σενάρια του NGFS χρησιμοποιούνται συχνά από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, τις ρυθμιστικές αρχές και τους επενδυτές για την αξιολόγηση του κινδύνου της κλιματικής αλλαγής στην παγκόσμια οικονομία.
Η έκθεση δόθηκε στη δημοσιότητα καθώς οι καταστροφικές πλημμύρες στις ΗΠΑ και την Ισπανία κόστισαν σε επιχειρήσεις απώλειες δεκάδων δισεκατομμυρίων. Εν τω μεταξύ, το 2024 είναι σε… καλό δρόμο για να είναι το θερμότερο έτος που έχει καταγραφεί ποτέ, αφού το ρεκόρ έσπασε το 2023.
Αυτά τα ανησυχητικά σενάρια βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην έρευνα μιας κοινής μελέτης κλιματολόγων που δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο, σύμφωνα με την οποία η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε να αυξήσει τον πληθωρισμό των τροφίμων έως και 4% σε ορισμένα μέρη του κόσμου μέχρι το 2060.
Δεν προβλέπει παγκόσμια οικονομικά ύφεση
Αν και οι νέες προβλέψεις είναι υψηλότερες από εκείνες των προηγούμενων σεναρίων του, το NGFS δήλωσε ότι δεν προβλέπει παγκόσμια οικονομική ύφεση, ακόμη και στα χειρότερα σενάρια. Δεν θα υπάρξει ξαφνικό σοκ, αλλά αντίθετα μια σταδιακή μείωση της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης.
«Αυτές οι απώλειες 30% δεν πρέπει να συγκριθούν με το σημερινό ΑΕΠ, αλλά έναντι μιας βασικής πρόβλεψης που υποθέτει ότι δεν υπάρχει κλιματική αλλαγή», αναφέρει το επεξηγηματικό έγγραφο του NGFS.
Ωστόσο, ορισμένοι ειδικοί λένε πως τα σενάρια του NGFS υπονομεύουν τον αντίκτυπο που είναι πιθανό να έχει η κλιματική αλλαγή, καθώς δεν εξετάζουν τα σημεία καμπής – καταρρεύσεις σε ένα κρίσιμο όριο που θα έχουν καταστροφικές συνέπειες για τον πλανήτη.
Ο Steve Keen, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Kingston του Λονδίνου, τόνισε πως τα σενάρια του NGFS είναι παραπλανητικά και δίνουν «μια λανθασμένη αίσθηση ακρίβειας». Όπως εξήγησε, «αυτές οι προβλέψεις απέχουν τόσο πολύ από αυτά που λέει η κλιματική επιστήμη, ώστε αποτελούν δικαιολογία για τους πολιτικούς να μην… κάνουν τίποτα!».
Σύμφωνα με τον Keen, αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι τα σενάρια εξετάζουν ιστορικά δεδομένα και δεν λαμβάνουν υπόψη το απρόβλεπτο της κλιματικής αλλαγής.
Το παγόβουνο του Τιτανικού, το βλέπουν για… παγάκι, λένε οι επικριτές
«Είναι σαν το παγόβουνο που χτύπησε ο Τιτανικός να ήταν στην πραγματικότητα ένα παγάκι που έπεσε από ένα προηγούμενο πλοίο και μπορεί να το επιβράδυνε μερικά μέτρα ανά δευτερόλεπτο, όταν στην πραγματικότητα πρόκειται να βυθίσει ένα πλοίο», τόνισε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι οι προβλέψεις τους «είναι ασήμαντες», καθώς θα ισοδυναμούσαν μόνο με μια μικρή επιβράδυνση του ΑΕΠ.
«Εξακολουθούν να υποθέτουν ότι μπορούμε να συνεχίσουμε να αναπτυσσόμαστε, παρά τους τρεις βαθμούς υπερθέρμανσης του πλανήτη ενώ, σύμφωνα με τους επιστήμονες, αυτό είναι καταστροφικό», προειδοποίησε.
Αντ’ αυτού, ο Keen συνιστά στις ρυθμιστικές αρχές να συνεργαστούν με τους επιστήμονες του κλίματος και να μάθουν περισσότερα για τα παγκόσμια σημεία καμπής ή να λάβουν υπόψη τους, στα μοντέλα τους, παράγοντες όπως το εμπόριο, το οποίο πιθανότατα θα αλλάξει λόγω των αλλαγών στον καιρό.
Ο Thierry Philipponnat, επικεφαλής οικονομολόγος στο μη κερδοσκοπικό Finance Watch, δήλωσε πως, ενώ εκτιμά τη διαφάνεια και την ηγεσία του NGFS, πρέπει ακόμη να ληφθεί υπόψη η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και άλλοι κίνδυνοι, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής «έχουν σαφή εικόνα του κόστους της κλιματικής αδράνειας» στην παγκόσμια οικονομία.
Ο Mark Campanale, ιδρυτής και διευθυντής της Carbon Tracker, δήλωσε ότι το NGFS είναι «ακόμα πίσω από την καμπύλη» όσον αφορά την εκτίμηση του κόστους της κλιματικής αλλαγής.
«Αν το NGFS δεν κάνει περισσότερα για να προειδοποιήσει τις κυβερνήσεις και τις χρηματοπιστωτικές αγορές για αυτούς τους αυξανόμενους κινδύνους για την οικονομία, η πιθανότητα μιας καταστροφικής για τον πλούτο «στιγμής Μίνσκι» θα συνεχίσει να αυξάνεται», δήλωσε.
Greenpeace: Στην COP29 αποφάσεις για χρηματοδότηση της κλιματικής δράσης
Εν τω μεταξύ, στη Διάσκεψη του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή COP29, που ξεκίνησε στο Μπακού (11-22 Νοεμβρίου), σύμφωνα με την Greenpeace, οι ηγέτες των χωρών οφείλουν να ανταποκριθούν με τόλμη σε ένα ακόμη έτος με θερμοκρασίες ρεκόρ, αμέτρητα ακραία καιρικά φαινόμενα και αύξηση των εκπομπών αερίων.
Και κυρίως, όπως τονίζει, οφείλουν να συμφωνήσουν σε έναν «ισχυρό νέο χρηματοδοτικό στόχο για τη στήριξη της απελπιστικά αναγκαίας δράσης για το κλίμα στις αναπτυσσόμενες χώρες».
Ο Jasper Inventor, επικεφαλής της αντιπροσωπείας της διεθνούς Greenpeace στην COP29, υπογράμμισε πως «η πραγματικότητα ξεπερνά τις προβλέψεις – από την εκτόξευση των εκπομπών μέχρι την άνοδο της θερμοκρασίας και την επιδείνωση των επιπτώσεων – έχουμε φτάσει σε ένα σημείο καμπής. Για πάρα πολύ καιρό, οι απαιτήσεις της επιστήμης για ταχεία και τολμηρή δράση αντιμετωπίζονταν με δυσανάλογα ήπιες αντιδράσεις από πάρα πολλούς παγκόσμιους ηγέτες. Αυτό πρέπει να αλλάξει!».
Τι ζητά από την COP29 η Greenpeace
Η Greenpeaceν ζητά έναν φιλόδοξο χρηματοδοτικό στόχο, τον Νέο Συλλογικό Ποσοτικοποιημένο Στόχο (NCQG), ο οποίος δεσμεύεται για σημαντικά αυξημένη δημόσια χρηματοδότηση προς τις αναπτυσσόμενες χώρες για την προσαρμογή, τον μετριασμό και την αντιμετώπιση των απωλειών και ζημιών, και αναγκάζει τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων και άλλους μεγάλους ρυπαντές να πληρώσουν για αυτά.
Επίσης, την εφαρμογή της συμφωνίας της COP28 για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου με τον οποίο οι χώρες θα ευθυγραμμίσουν τα εθνικά σχέδια δράσης για το κλίμα ως το 2030 και το 2035 με τον στόχο του 1,5°C.
Και τέλος, την αποτροπή ενός ανεπαρκούς αποτελέσματος σχετικά με την αντιστάθμιση άνθρακα και τις αγορές άνθρακα, για την προστασία και την αποκατάσταση των οικοσυστημάτων.
Καθώς το ανθρώπινο κόστος της αδράνειας αυξάνεται, τα τρισεκατομμύρια σε επιδοτήσεις που λαμβάνει η βιομηχανία ορυκτών καυσίμων και τα κέρδη που αποκομίζει επισκιάζουν τη χρηματοδότηση του κλίματος προς τις αναπτυσσόμενες χώρες. Το NCQG πρέπει να αποκαταστήσει αυτή την αδικία και να κάνει τους ρυπαντές να πληρώσουν για τη ζημιά και τη βλάβη που έχουν προκαλέσει, αναφέρει η Tracy Carty, ειδική σε θέματα πολιτικών για το κλίμα στη διεθνή Greenpeace.
Μητσοτάκης: Η Ευρώπη χρειάζεται περισσότερους πόρους
Για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην οικονομία των χωρών που πλήττονται και την ανάγκη οικονομικής στήριξης των χωρών που πλήττονται από φυσικές καταστροφές, μίλησε και ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη σύνοδο του ΟΗΕ στο Μπακού, υπογραμμίζοντας πως η Ευρώπη έχει ηγετική θέση παγκοσμίως στην οικολογική μετάβαση μεν, αλλά θα χρειαστεί περισσότερους πόρους για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.
«Δεν πρέπει να επικεντρωθούμε τόσο πολύ στο 2050», σε βαθμό που θα «ξεχάσουμε το 2024», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης και προσέθεσε ότι «χρειαζόμαστε περισσότερους πόρους για να προετοιμαστούμε, ώστε να αντιδρούμε έγκαιρα, να σώζουμε ζωές και να βοηθούμε τους ανθρώπους και τις κοινότητες στην ανοικοδόμηση έπειτα από καταστροφές», αναφερόμενος τόσο στην Ελλάδα όσο και στις «πρόσφατες φονικές πλημμύρες στην Ισπανία.
Γι’ αυτό λοιπόν, χρειάζεται χρηματοδότηση. Δεν πρόκειται δηλαδή να βοηθήσουμε μόνο τις φτωχές χώρες να αντιμετωπίσουν τον μετασχηματισμό, αλλά και πιο ώριμες οικονομίες, να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες» της κλιματικής αλλαγής, όπως είπε.