Στο νέο Ποινικό Κώδικα προσδιοριζόταν ότι με κάθειρξη ως δέκα χρόνων τιμωρείται ο χρήστης εκρηκτικών υλών αν από την πράξη προέκυψε κίνδυνος για άνθρωπο.
«Με φυλάκιση έως τρία έτη τιμωρείται ο υπαίτιος-μέλος ένωσης και οργάνωσης που δημιουργήθηκε για τη διάπραξη πλημμελήματος με το οποίο επιδιώκεται φθορά ξένης ιδιοκτησίας (δημοσίων ή ιδιωτικών εγκαταστάσεων), διατάραξη της ασφάλειας των συγκοινωνιών και παρακώλυση των συγκοινωνιών και διατάραξη της οικιακής και κοινής ειρήνης και παρακώλυση της λειτουργίας άλλων κοινωφελών εγκαταστάσεων».
Αυτή είναι η καθοριστική αλλαγή στον νέο Ποινικό Κώδικα (στο άρθρο 187) που προωθεί – όπως αποκαλύπτει «Το Βήμα της Κυριακής» – η ΕΛ.ΑΣ. προκειμένου να περιορίσει τη δράση του Ρουβίκωνα. Παράλληλα, παρουσιάζουμε τις περισσότερες από 20 καθοριστικές αλλαγές που επιχειρεί η ΕΛ.ΑΣ. (με έγγραφη ενημέρωση του υπουργείου Δικαιοσύνης) στο τελευταίο νομοθέτημα του ΣΥΡΙΖΑ που αφορά τη συνέχιση των ερευνών σε βάρος κακοποιών, οι οποίες ουσιαστικά σταματούσαν.
Η ΕΛ.ΑΣ. επιπλέον ζητεί την τιμωρία ξανά της ασέλγειας και της μαστροπείας, όπως και την επάνοδο των κυρώσεων που αφορούν τα τροχαία ατυχήματα και την ενοχλητική λειτουργία νυχτερινών κέντρων – οι οποίες είχαν ουσιαστικά καταργηθεί. Τη διαδικασία επιβλέπουν ο υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη Ελ. Οικονόμου και ο υπουργός Δικαιοσύνης Π. Πικραμμένος.
Η «εγκληματική οργάνωση» και το πλημμέλημα
Ο Ρουβίκωνας έχει προχωρήσει από τις αρχές του 2015 σε περίπου 160 εφόδους σε δημόσια κτίρια, πρεσβείες, εταιρείες, γραφεία γιατρών κ.λπ. Επιπλέον, έχει εξαπολύσει απειλές για ενέργειες σε τουριστικούς «στόχους». Σε βάρος των μελών του Ρουβίκωνα έχουν σχηματισθεί περισσότερες από 70 δικογραφίες και έχουν γίνει περίπου 400 συλλήψεις και προσαγωγές, χωρίς όμως κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα στη δράση της οργάνωσης.
Με βάση την προαναφερόμενη αλλαγή, θα ενταχθούν στον νόμο περί «εγκληματικής οργάνωσης» και θα θεωρούνται πλημμέλημα οι επιθέσεις σε δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, η παρακώλυση συγκοινωνιών και άλλες παρόμοιου χαρακτήρα πράξεις στις οποίες προχωρούν τα μέλη του. Αυτό που κυρίως αλλάζει είναι ότι για αυτά τα αδικήματα προβλέπεται πλέον ποινή φυλάκισης των υπαιτίων. Κάτι που δεν συνέβαινε με κανένα από τα νομοθετήματα που εφαρμόζονταν μέχρι τώρα για τους επονομαζόμενους «ακτιβιστές των Εξαρχείων». Επιπλέον, η ΕΛ.ΑΣ. προωθεί διαδικασίες προκειμένου να γίνονται πιο σύντομα οι δίκες για τις επιδρομές του Ρουβίκωνα ώστε να υπάρξει περιορισμός ή τερματισμός της δράσης του.
Αποφυγή ατιμωρησίας και αποφυλακίσεων
Μία από τις βασικές προτάσεις που προωθεί η ΕΛ.ΑΣ. είναι να αρθούν τα εμπόδια για να τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος όλοι οι δράστες κλοπών και διαρρήξεων αλλά και ληστειών. Ο νέος αναθεωρημένος Κώδικας θέτει ως μόνη προϋπόθεση για την άσκηση κακουργηματικής δίωξης η αξία των κλοπιμαίων να υπερβαίνει τα 120.000 ευρώ, κάτι που είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδειχθεί, αλλά και δεν μπορεί να το γνωρίζει εκ των προτέρων η ΕΛ.ΑΣ. ώστε να προχωρεί σε προανακριτικές πράξεις.
Οπως σημειώνεται από τις Αρχές, «υπάρχει αδυναμία ενεργοποίησης των διατάξεων του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που αφορούν άρσεις απορρήτου και καταγραφής εικόνας, παρατηρείται ματαίωση ερευνών σε υποθέσεις που χαρακτηρίζονταν ως κακουργήματα αλλά θεωρούνται πια πλημμεληματικής μορφής, παρεμποδίζεται η διεθνής αστυνομική συνεργασία (καθότι η ΕΛ.ΑΣ. δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί σε αιτήματα παρακολούθησης μελών διεθνών συμμοριών που για τον ελληνικό νόμο κάνουν… αδιάφορα μικροαδικήματα).
Επιπλέον, υπάρχουν φόβοι για διαδοχικές αποφυλακίσεις (υπολογίζονται σε περισσότερες από 300-400) ποινικών. Η ΕΛ.ΑΣ. λοιπόν ζητεί να προστεθεί η παλαιότερη διάταξη που αναφέρει ότι μια πράξη θεωρείται κακούργημα αν η κλοπή είχε τελεστεί από δύο ή περισσότερους δράστες που έχουν συνεργαστεί για να διαπράττουν κλοπές ή ληστείες.
Επίσης η ΕΛ.ΑΣ. επιχειρεί με το έγγραφό της στο υπουργείο Δικαιοσύνης να υπερβεί κι ένα άλλο εμπόδιο, το άρθρο 384 του νέου Ποινικού Κώδικα, που προβλέπει ότι σταματά η ποινική δίωξη σε βάρος δραστών κλοπών, διαρρήξεων κ.λπ. εάν εκείνοι επιστρέψουν τα χρήματα ή τα κλοπιμαία στους παθόντες και υπάρξει ακόλουθη σχετική δήλωση του θύματος!
Οπως επισημαίνει η ΕΛ.ΑΣ., αυτή η διάταξη φθάνει στο σημείο να απαλλάσσονται από κάθε ποινή κατ’ επάγγελμα και οργανωμένοι δράστες μεγάλων συμμοριών. Και οι οποίοι βεβαίως μπορεί να επανέρχονται έτσι με χαρακτηριστική ευκολία στην εγκληματική δράση τους. Ετσι, η ΕΛ.ΑΣ. ζητεί τώρα αυτή η συνεννόηση δράστη και θύματος να προσμετράται μόνο σε μείωση ποινής και όχι σε πλήρη απαλλαγή. Ακόμη ζητεί και οι πληροφοριοδότες που υποβοηθούν στην εξάρθρωση εγκληματικών οργανώσεων να μην απαλλάσσονται, όπως προκύπτει από τον νέο Ποινικό Κώδικα, αλλά απλώς να τους επιβάλλεται μικρότερη ποινή…
Οι βομβιστές και νέος νόμος για τις μολότοφ
Η ΕΛ.ΑΣ. προωθεί σημαντικές αλλαγές και στον νόμο για τους βομβιστές ή τους πρωταιτίους επεισοδίων με ρίψη μολότοφ. Στον νέο Ποινικό Κώδικα προσδιοριζόταν ότι με κάθειρξη ως δέκα χρόνων τιμωρείται ο χρήστης εκρηκτικών υλών αν από την πράξη προέκυψε κίνδυνος για άνθρωπο.
Αλλιώς τιμωρείται μόνο με φυλάκιση ενός χρόνου. Οπως επισημαίνεται από την ΕΛ.ΑΣ. έτσι καθίστανται αδύνατες οι έρευνες σε περίπτωση, για παράδειγμα, εκρηκτικών μηχανισμών, όπως στις περιπτώσεις ανατινάξεων ΑΤΜ (έχουν γίνει περίπου 140 την τελευταία τριετία) ή μαζικής ρίψης αυτοσχέδιων μολότοφ σε σταθμευμένα αυτοκίνητα, σε κτιριακές εγκαταστάσεις κ.λπ.
Η ΕΛ.ΑΣ. ζητεί την επαναφορά του κακουργηματικού χαρακτήρα της δράσης των βομβιστών σε όλες τις περιπτώσεις. Ακόμη ζητεί – (άρθρο 272) – να τιμωρείται με φυλάκιση τριών χρόνων τουλάχιστον και αυτός που κατασκευάζει, κατέχει ή προμηθεύεται εμπρηστικές βόμβες (μολότοφ) και αυτές οι ποινές να μην αφορούν μόνο εκρηκτικούς μηχανισμούς.
Επίσης η Αστυνομία ζητεί τη μεταβολή του άρθρου του Ποινικού Κώδικα που αναφέρει ότι δεν τιμωρείται ένας βομβιστής ή άτομο που ρίχνει μολότοφ και παραδώσει στις Αρχές εκρηκτικές ύλες ή άλλα αντικείμενα που χρησιμοποιεί. Οπως σημειώνει, «έτσι μπορεί να απαλλάσσεται ένας πρωταγωνιστής επεισοδίων που προκαλεί τραυματισμό σε αστυνομικούς ή καταστροφές και ο οποίος όταν διαβλέπει ότι θα συλληφθεί παραδίδει τις μολότοφ ή εκρηκτικές ύλες». Σε αυτή την περίπτωση η ΕΛ.ΑΣ. ζητεί να υπάρχει απλώς μειωμένη ποινή και όχι πλήρης απαλλαγή.
Η παρουσία εισαγγελέα, το DNA και ο θόρυβος από τα νυχτερινά κέντρα
Η ΕΛ.ΑΣ. ζητεί να καταργηθεί το προαπαιτούμενο του νέου Ποινικού Κώδικα για παρουσία εισαγγελέα σε ελέγχους της, που ουσιαστικά «τίναζε στον αέρα» τις έρευνες και την εξέταση στοιχείων ατόμων από εκατοντάδες περιπολούντες αστυνομικούς, καθώς οι τελευταίοι θα έπρεπε να μένουν άπραγοι λόγω μη παρουσίας εισαγγελέα που θα πρέπει να συνοδεύει κάθε μικρή ομάδα αστυνομικών.
Επίσης ζητείται να υπάρχει δυνατότητα λήψης DNA ακόμη και από άτομα που προσάγονται για αδικήματα με προβλεπόμενη ποινή μικρότερη του ενός έτους (όπως προέβλεπε ο νέος Ποινικός Κώδικας) καθότι – σύμφωνα με τους αστυνομικούς – έτσι δεν είναι δυνατή η λήψη σχετικού υλικού από προσαχθέντες για επεισόδια.
Τέλος, ζητείται μετά την κατάργηση των πταισμάτων από τον νέο Ποινικό Κώδικα – και ανάμεσα σε αυτά η διατάραξη της ησυχίας, της οικιακής ειρήνης κ.λπ. – να υπάρξει εναλλακτικό νομοθέτημα για να αντιμετωπιστούν η ασυδοσία και τα προβλήματα από τον θόρυβο που προκαλούν μπαρ και νυχτερινά κέντρα. Και αυτό γιατί με τον νέο Ποινικό Κώδικα δεν προβλέπεται οποιαδήποτε τιμωρία, με αποτέλεσμα ακόμη και αν κληθεί η Αστυνομία από πολίτες, δεν μπορεί να προχωρήσει σε οποιαδήποτε ενέργεια.