Μισθοί δύο ταχυτήτων σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα
Ενας στους δύο εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα λαμβάνει μισθό κάτω των 800 ευρώ, όταν πάνω από 1,1 εκατ. μισθωτοί εργαζόμενοι τέθηκαν για μικρότερο ή μεγαλύτερο διάστημα σε αναστολή σύμβασης τον τελευταίο χρόνο λόγω της πανδημίας!
Η οικονομική κρίση και η πανδημία έχουν δημιουργήσει εργαζομένους δύο ταχυτήτων, τους εργαζομένους στον δημόσιο και τους απασχολουμένους στον ιδιωτικό τομέα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι μισοί υπάλληλοι του ιδιωτικού τομέα έχουν αμοιβές που δεν ξεπερνούν τα 800 ευρώ, ενώ την ίδια στιγμή στον δημόσιο οι εργαζόμενοι έχουν τουλάχιστον κατά 50% αμοιβές άνω των 1.000 ευρώ!
Είναι γεγονός ότι δραματική είναι η κατάσταση που βιώνουν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι έχουν να αντιμετωπίσουν και τον εφιάλτη της ανεργίας η οποία σημειώνει αύξηση, καθώς τα «απόνερα» της μνημονιακής περιόδου σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις της πανδημίας σε αγορά και οικονομία αναγκάζουν χιλιάδες μισθωτούς να εργάζονται περισσότερες ώρες εισπράττοντας πενιχρούς μισθούς.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Εργάνης για το 2020 (βασιζόμενη στα στοιχεία του ΕΦΚΑ και του ΟΑΕΔ), σχεδόν ένας στους δύο εργαζομένους λαμβάνει μισθό έως 800 ευρώ, ενώ περίπου 400.000 άνθρωποι, δηλαδή το 20% του συνόλου των μισθωτών, έχουν απολαβές που δεν ξεπερνούν τα 500 ευρώ τον μήνα. Μάλιστα, ο αριθμός των εργαζομένων που λαμβάνουν από 800 έως 1.200 ευρώ ανέρχεται σε περίπου 548.000 άτομα, ενώ όσο μεγαλώνει η μισθολογική κλίμακα τόσο μειώνεται ο αριθμός των εργαζομένων.
Σε σύνολο 2.051.025 απασχολουμένων, οι 1.309.085 (περίπου το 63% των μισθωτών σε επιχειρήσεις) αμείβονται με μισθό που δεν ξεπερνά τα 1.000 ευρώ.
Περίπου 417.000 εργαζόμενοι έχουν μηνιαίες απολαβές από 1.000 έως 1.500 ευρώ, ενώ μόλις 58.773 στελέχη (3.154 περισσότεροι από το 2019) βρίσκονται στα μισθολογικά «ρετιρέ», καθώς εισπράττουν μισθό που υπερβαίνει τα 3.000 ευρώ μηνιαίως.
Πάνω από το ωράριο
Τα ίδια στοιχεία δείχνουν ότι σχεδόν τρεις στους τέσσερις εργαζομένους απασχολούνται περισσότερες ώρες εβδομαδιαίως από το κανονικό τους ωράριο, γεγονός που πρόκειται να αλλάξει σύντομα με το νέο εργασιακό νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας, το οποίο θα διευθετεί με πιο ελαστικό τρόπο τον χρόνο εργασίας.
Ο αριθμός των εργαζομένων που κλήθηκαν να απασχοληθούν περισσότερο από 35 ώρες την εβδομάδα το 2020 αυξήθηκε και ανήλθε σε 1.426.378, έναντι 1.374.482 το 2019.
Την ίδια ώρα, σε καθεστώς αναστολής σύμβασης εργασίας βρέθηκε ένας στους δύο εργαζομένους στην Ελλάδα το εντεκάμηνο μεταξύ Μαρτίου 2020 και Φεβρουαρίου 2021. Πρόκειται για νούμερο που προκαλεί ανησυχία αφού σε απόλυτους αριθμούς πρόκειται για περισσότερους από ένα εκατομμύριο μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα. Αν και οι εν λόγω εργαζόμενοι δεν τέθηκαν σε αναστολή για το σύνολο του αναφερόμενου χρόνου, εντούτοις από την έναρξη της πανδημίας και στη συνέχεια, σχεδόν το μισό εργατικό δυναμικό της χώρας για κάποιο χρονικό διάστημα βρέθηκε σε αυτή τη θέση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Εργασίας, 1,13 εκατομμύρια μοναδικοί ωφελούμενοι έλαβαν 2,4 δισ. ευρώ σε αποζημιώσεις ειδικού σκοπού μέσα στο 12μηνο Μάρτιος 2020 – Φεβρουάριος 2021. Δηλαδή πάνω από 1,1 εκατομμύρια μισθωτοί εργαζόμενοι τέθηκαν για μικρότερο ή μεγαλύτερο διάστημα σε αναστολή σύμβασης τον τελευταίο χρόνο.
Μάλιστα, επισημαίνεται ότι αλλαγή στη σχέση εργασίας επέφερε για έναν στους τρεις εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα η πανδημία COVID-19, καθώς ακόμη και μετά τη σταδιακή άρση του lockdown περίπου το 19% συνεχίζει να εργάζεται με τηλεργασία και το 14% με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση. Ειδική έρευνα κοινής γνώμης που διεξήγαγε η ΓΣΕΕ σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εργασίας (ΙΝΕ – ΓΣΕΕ) καταγράφει τις αλλαγές που επέφερε στον κόσμο της εργασίας η υγειονομική κρίση και τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση για την αντιμετώπιση των συνεπειών της και επισημαίνει την ανασφάλεια που επικρατεί για το μέλλον. Είναι χαρακτηριστικό ότι περίπου τέσσερις στους δέκα μισθωτούς δηλώνουν ότι δεν νιώθουν ασφάλεια για τη διατήρηση της θέσης εργασίας τους, ενώ έξι στους δέκα δεν περιμένουν κάποια θετική εξέλιξη στον μισθό τους. Η ΓΣΕΕ χτυπάει το καμπανάκι, τονίζει πως οι εργαζόμενοι χρειάζονται επιπλέον υποστήριξη και υπογραμμίζει πως οι σοβαρές στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας θα εντείνονται όσο επιλέγονται η ημιαπασχόληση, η εργασιακή ευελιξία και οι μειωμένες αμοιβές ως μέσα αύξησης της ανταγωνιστικότητας και καταπολέμησης της ανεργίας.
Οσον αφορά την ανεργία, κι εδώ υπάρχουν δυσοίωνες προοπτικές. Η οικονομική στήριξη του Δημοσίου στις επιχειρήσεις χορηγείται υπό τον όρο ότι δεν θα γίνουν απολύσεις. Οταν σταματήσει η κρατική βοήθεια, αναμένεται να υπάρξει σημαντική πίεση σε εργαζομένους και νοικοκυριά και λόγω της ύφεσης που σημειώθηκε στο μεταξύ.