Ευρωζώνη : Στο κόκκινο η οικονομία – Συρρίκνωση – ρεκόρ στο β’ τρίμηνο
Το ΑΕΠ της Ευρωζώνης συρρικνώθηκε κατά 12,1% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο.
Εν μέσω αυξανόμενων φόβων ότι η διστακτική ανάκαμψη της Ευρώπης θα δεχθεί νέο πλήγμα από δεύτερο κύμα της πανδημίας, η Eurostat, η στατιστική υπηρεσία της ΕΕ. φέρνει στο φως ανησυχητικά στοιχεία για την μείωση της δραστηριότητας που προκλήθηκε από τα σχεδόν ολοκληρωτικά lockdown που επέβαλαν κάποιες χώρες κατά τη διάρκεια της άνοιξης.
Η μεγαλύτερη πτώση του ΑΕΠ από το 1995, όταν άρχισαν οι σχετικές σειρές στοιχείων, συνέπεσε με τα περιοριστικά μέτρα για την COVID -19, η χαλάρωση των οποίων ξεκίνησε σε πολλές χώρες της Ευρωζώνης από τον Μάιο. Η συρρίκνωση ήταν λίγο μεγαλύτερη σε σχέση με τις προσδοκίες της αγοράς για μία πτώση 12% και ήρθε σε συνέχεια της μείωσης του ΑΕΠ κατά 3,6% στο πρώτο τρίμηνο του έτους. Η Eurostat ανέφερε ότι οι προσωρινές εκτιμήσεις βασίζονται σε πηγές στοιχείων που δεν είναι πλήρεις και υπόκεινται σε περαιτέρω αναθεώρηση. Η επόμενη εκτίμηση για το ΑΕΠ του δεύτερο τριμήνου θα δημοσιευθεί στις 14 Αυγούστου.
Ανησυχητικά στοιχεία
Τα στοιχεία της Eurostat έδειξαν ότι η συρρίκνωση του δεύτερου τριμήνου – σε συνδυασμό με μια μικρότερη ύφεση κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων μηνών του έτους – έχουν διαγράψει δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια ανάπτυξης, επιστρέφοντας την οικονομία της Ευρωζώνης στα επίπεδα όπου βρισκόταν στα μέσα της δεκαετίας του 2000. Η Ιταλία, η οποία πάλευε για την ανάπτυξη ήδη από την υιοθέτηση του κοινού νομίσματος, είδε το ΑΕΠ της να επιστρέφει στα επίπεδα των μέσω της δεκαετίας του 1990.
Σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2019, το ΑΕΠ της Ευρωζώνης μειώθηκε κατά 15% μετά από τη μείωσή του κατά 3,1% στο πρώτο τρίμηνο. Πρόκειται επίσης για τη με διαφορά μεγαλύτερη μείωση του ΑΕΠ από το 1995. Από τις χώρες, για τις οποίες είναι διαθέσιμα τα σχετικά στοιχεία (για την Ελλάδα δεν είναι) για το δεύτερο τρίμηνο του 2020, η Ισπανία κατέγραψε τη μεγαλύτερη πτώση σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο (-18,5%), αρνητικό ρεκόρ που δεν είχε σημειώσει ούτε κατά τον εμφύλιο της δεκαετίας του 1930, ακολουθούμενη από την Πορτογαλία (-14,1%), τη Γαλλία (-13,8%), ενώ η Λιθουανία κατέγραψε τη μικρότερη πτώση (-5,1%).
Ο πληθωρισμός συνέχισε αντίθετα την ανοδική του τάση, διαψεύδοντας τις προσδοκίες για επιβράδυνσή του, στηρίζοντας την προσδοκία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ότι πιθανότατα δεν θα εισέλθει σε αρνητικό έδαφος. Η Eurostat ανακοίνωσε ότι οι τιμές καταναλωτή στην Ευρωζώνη αυξήθηκαν 0,4% σε ετήσια βάση τον Ιούλιο από 0,3% τον Ιούνιο και 0,1% τον Μάιο. Επιτάχυνση σημείωσε και ο δομικός πληθωρισμός, που δεν περιλαμβάνει τις τιμές των νωπών τροφίμων και της ενέργειας, ο οποίος διαμορφώθηκε στο 1,3% από 1,1% τον Ιούνιο.
«Ελάχιστα θετικά στοιχεία»
Ο Άντριου Κένινγκχαμ, επικεφαλής οικονομολόγος της συμβουλευτικής εταιρείας Capital Economics, δήλωσε: «Υπάρχουν ελάχιστα θετικά στοιχεία στα δεδομένα που δημοσιεύθηκαν σήμερα, τα οποία επιβεβαιώνουν ότι το ΑΕΠ της Ευρωζώνης καταβαραθρώθηκε ακριβώς όσο φοβόμασταν κατά τη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου, ενώ ο πληθωρισμός παρέμεινε πολύ κάτω από τους στόχους. Αν και μέρη της οικονομίας έχουν αναζωογονηθεί τους τελευταίους μήνες, η καταστροφή έχει ήδη συντελεστεί, σε συνδυασμό και με τις τρέχουσες και δυνητικά μελλοντικές επιπτώσεις του κοροναϊού που δείχνουν ότι η ανάκαμψη θα είναι επώδυνα αργή».
Παρά την άνευ προηγουμένου πτώση του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο, η μεγαλύτερη οικονομική καταστροφή έγινε τον Απρίλιο, ενώ τον Μάιο και τον Ιούνιο τα πράγματα άρχισαν να βελτιώνονται με την χαλάρωση των μέτρων. Όμως οι αναλυτές προειδοποιούν ότι η πλήρης ανάκαμψη θα είναι μακρά διαδικασία.
«Το δύσκολο μέρος της ανάκαμψης δεν έχει ξεκινήσει ακόμη», δήλωσε ο Μπερτ Κόλιν, επικεφαλής οικονομολόγος για την Ευρωζώνη στην τράπεζα ING.
«Πρώτα από όλα, οι ελαφρώς αυξητικές τάσεις των κρουσμάτων μεγαλώνουν τον κίνδυνο επαναφοράς των περιορισμών και ήδη βλέπουμε τοπικές ενδείξεις μιας τέτοιας εξέλιξης. Δεύτερον, από εδώ και πέρα θα έρχονται σταδιακά στην επιφάνεια περισσότερα χαρακτηριστικά της οικονομικής καταστροφής, όπως η ανεργία, η χρεοκοπία και οι κακές επενδύσεις. Αυτοί οι παράγοντες είναι πιθανό να κρατήσουν για κάποιο καιρό, αποκλείοντας το ενδεχόμενο γρήγορης ανάκαμψης του ΑΕΠ σε επίπεδα προ-κοροναϊού».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, www.theguardian.com