Δημοσκόπηση: Οικονομία και ανεργία επανέρχονται στις προτεραιότητες του πολίτη
Η οικονομία και η ανεργία ξαναπαίρνουν… κεφάλι στα προβλήματα που απασχολούν τους πολίτες, καθώς υποχωρεί σταδιακά η ανησυχία τους για την πανδημία, με τα επιδημιολογικά δεδομένα να εμφανίζουν βελτίωση και το πρόγραμμα των εμβολιασμών να προχωρά.
Όπως προκύπτει από τη δημοσκόπηση της Metron Analysis, που παρουσιάστηκε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Mega, στο ερώτημα για το ποια προβλήματα είναι τα πιο σημαντικά για τη χώρα μας, μπορεί 1 στους 3 (33%) να απαντά «η πανδημία του κοροναϊού και η ιατρική περίθαλψη», ωστόσο, φαίνεται να υποχωρεί κατά 16 μονάδες από τον Απρίλιο και να αυξάνονται – εκ νέου – προβλήματα όπως η οικονομία και η ανεργία.
Συγκεκριμένα, το 31% λέει ότι η οικονομία είναι το πιο σημαντικό πρόβλημα (από 27% τον Απρίλιο) και η ανεργία από 7% ανεβαίνει στο 11%.
Πονοκέφαλος για εργαζόμενους και κυβέρνηση το εργασιακό
Η πανδημία, φυσικά, δεν είναι άσχετη ούτε με τα οικονομικά προβλήματα των πολιτών, ούτε με την ανεργία – αντιθέτως. Οι αναστολές εργασίας, οι περικοπές μισθών, ακόμα και οι απολύσεις, που έγιναν τον τελευταίο χρόνο, εξαιτίας ή με πρόσχημα την πανδημία του νέου κοροναϊού, δεν είναι γεγονότα που οι πολίτες θεωρούν ότι θα εξαφανιστούν ως δια μαγείας, επειδή η χώρα επιστρέφει σταδιακά στην κανονικότητα ή επειδή άνοιξε ο τουρισμός.
Παράλληλα, το εργασιακό νομοσχέδιο της κυβέρνησης, που έχει ήδη ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων, όχι μόνο από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά και από συνδικάτα και εργαζόμενους, αποτελεί σημαντική πηγή ανησυχίας για τον κόσμο της εργασίας, καθώς δεν είναι λίγοι – ειδικά στον ιδιωτικό τομέα – όσοι εκτιμούν πως ό,τι δεν χάθηκε στα εργασιακά τους δικαιώματα με τα μνημόνια, θα χαθεί οριστικά με το νομοσχέδιο Χατζηδάκη.
Σημειώνεται ότι τόσο τα κόμματα της αντιπολίτευσης, όσο και τα εργατικά συνδικάτα υποστηρίζουν πως το νομοσχέδιο Χατζηδάκη «καταργεί το 8ωρο και μειώνει τους μισθούς, θεσπίζει τις ατομικές συμβάσεις και τις απλήρωτες υπερωρίες, καταλύει τις συλλογικές συμβάσεις και οδηγεί σε ανεξέλεγκτες απολύσεις».
Παράλληλα, θεωρούν ότι πραγματοποιείται «επίθεση στις συνδικαλιστικές ελευθερίες και στο δικαίωμα της απεργίας και καθιερώνει τη δουλειά τις Κυριακές, αφήνοντας έρμαιο τους εργαζόμενους στις αυθαιρεσίες των εργοδοτών».
Το εργασιακό νομοσχέδιο, πάντως, δεν αποτελεί «πονοκέφαλο» μόνο για τα συνδικάτα και τους εργαζόμενους, αλλά και για την κυβέρνηση, που καλείται να κερδίσει αυτό το στοίχημα χωρίς να πληγωθεί ανεπανόρθωτα σε πολιτικό και, κατά συνέπεια, εκλογικό επίπεδο.
Είναι γεγονός ότι όλες οι δημοσκοπήσεις δίνουν σταθερό και μεγάλο προβάδισμα στην κυβέρνηση Μητσοτάκη – με σχεδόν 14 μονάδες προηγείται η ΝΔ και στη δημοσκόπηση της Metron Analysis για το Mega – γι’ αυτό και το Μαξίμου δεν θέλει σε καμία περίπτωση να χάσει με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο ό,τι δεν έχασε με το πολύμηνο lockdown και τα «ράβε-ξήλωνε» στη λειτουργία της αγοράς.
Υπενθυμίζεται, πάντως, ότι ο πρωθυπουργός είχε διαμηνύσει πως προτεραιότητά του είναι η μεταρρύθμιση στα εργασιακά, παρά το πολιτικό κόστος: «Κάποιοι ενδέχεται να πουν ότι ίσως επιφέρει πολιτικό κόστος στην κυβέρνηση, ωστόσο, εγώ δεν το βλέπω με αυτό τον τρόπο. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η αγορά εργασίας μας είναι προσαρμοσμένη στις ανάγκες του 21ου αιώνα», έλεγε προ εβδομάδων ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Το Ταμείο Ανάκαμψης και το αναπόφευκτο τέλος των μέτρων στήριξης
Και ενώ το νομοσχέδιο βρίσκεται προς το παρόν σε δημόσια διαβούλευση, λίγοι είναι οι πολίτες εκείνοι, που έχουν πειστεί πως η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και οι παραγωγικές δυνάμεις της χώρας θα ωφεληθούν από τον τρόπο με τον οποίο θα αξιοποιηθούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης.
Την ίδια στιγμή, κοντοζυγώνει η ώρα που θα κλείσει ο κύκλος γενικευμένων μέτρων στήριξης επιχειρήσεων και εργαζομένων, με περισσότερα από 40 δισ. ευρώ να έχουν διοχετευθεί από τον κρατικό προϋπολογισμό και τα ευρωπαϊκά ταμεία.
Όπως είναι λογικό και αναμενόμενο, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, με την επανεκκίνηση της οικονομίας που ξεκίνησε δειλά τον Απρίλιο, κάποια στιγμή – που δεν θα αργήσει – θα βάλει τέλος στα μηδενικά ενοίκια, στις αναστολές εργασίας, στις επιστρεπτέες προκαταβολές και στη μετάθεση φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων. Η όποια στήριξη συνεχίσει να παρέχει θα αφορά σε κλάδους που θα συνεχίσουν τα περιοριστικά μέτρα, με τη μορφή στοχευμένων μέτρων.
Ωστόσο, ο κίνδυνος αύξησης της ανεργίας και τα ήδη υπάρχοντα «λουκέτα» στην αγορά παραμένουν, ενώ η ανάπτυξη της οικονομίας στη μετά κοροναϊό εποχή δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα γλιτώσει πολλές επιχειρήσεις από το να βρεθούν στο χείλος του γκρεμού, παρότι άντεξαν την πανδημία και τη μεγάλη ύφεση, με τη βοήθεια του κράτους και των μέτρων στήριξης, βεβαίως.