Αδυνατούν να αγοράσουν ακίνητο οι νέοι – Τα δύο αγκάθια [πίνακες]

Δημοσιεύτηκε στις 19/10/2024 17:21

Αδυνατούν να αγοράσουν ακίνητο οι νέοι – Τα δύο αγκάθια [πίνακες]

«Άπιαστο όνειρο» για τη συντριπτική πλειοψηφία των νέων φαίνεται να είναι το να αγοράσουν ακίνητο τα επόμενα χρόνια.

Χαρακτηριστικό δείγμα της δυσκολίας των νέων σήμερα να ανεξαρτητοποιηθούν, λόγω του υψηλού κόστους στέγασης, σε σχέση με τις εργασιακές απολαβές, αποτελούν τα ευρήματα σχετικής έρευνας της Eurostat.

Σύμφωνα με αυτήν, οι νέοι στην Ελλάδα εγκαταλείπουν το πατρικό τους σπίτι μετά τα 30 χρόνια, ενώ στην Ε.Ε. το εγκαταλείπουν –κατά μέσο– όρο μετά τα 26.

Ο μέσος Έλληνας μετακομίζει σε ηλικία 30,7 ετών και περισσότεροι νέοι ενήλικες ηλικίας 18-34 ετών ζουν με τους γονείς τους από ό,τι ο μέσος ευρωπαϊκός νέος ενήλικας.

Συγκεκριμένα, το 2023 οι νέοι σε όλη την Ε.Ε. εγκατέλειψαν το γονικό σπίτι τους κατά μέσο όρο σε ηλικία 26,3 ετών, από 26,4 ετών το 2022.

Η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών με τη χαμηλότερη επίδοση, μαζί με την Κροατία (31,8 ετών), τη Σλοβακία (31), την Ισπανία (30,4), τη Βουλγαρία και την Ιταλία (30 έτη αμφότερες).

Αντίστοιχα, στην Ελλάδα, το ποσοστό των νέων (15-29 ετών) που ζούσαν σε υπερπλήρη νοικοκυριά ανήλθε το 2023 στο 46%, έναντι ποσοστού 27,5% για τον συνολικό πληθυσμό. Σε επίπεδο Ε.Ε., το σχετικό ποσοστό δεν ξεπερνά το 26%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού που μένει σε υπερπλήρες νοικοκυριό διαμορφώνεται σε 16,8%.

Οι μεγαλύτερες διαφορές μεταξύ νέων και συνολικού πληθυσμού που ζουν σε υπερπλήρη νοικοκυριά καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (+20,4 π.μ.), στη Ρουμανία (+19,4 π.μ.) και στην Ελλάδα (+18,5 π.μ.).

Ως “υπερπλήρες” ορίζεται το νοικοκυριό που δεν έχει ελάχιστο αριθμό δωματίων ανάλογα με τα μέλη του. Για παράδειγμα, εάν το νοικοκυριό δεν διαθέτει ένα δωμάτιο για κάθε μεμονωμένο άτομο ηλικίας 18 ετών και άνω.

 Στην Ελλάδα- και όχι μόνο- η απόκτηση στέγης, για τους νέους, σήμερα θεωρείται όνειρο θερινής νυχτός Σε σύγκριση με πριν από μία 20ετία, ο βαθμός δυσκολίας εύρεσης κατοικίας έχει αυξηθεί ραγδαία, με τα ποσοστά ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα να έχουν μειωθεί κατακόρυφα από το 2005.
Χαμηλοί μισθοί, ανασφάλεια, κρίσεις και ανατιμήσεις είναι από τους βασικούς παράγοντες που μετατράπηκε σε αστικό μύθο το ότι οι Ελληνες κυνηγούν το όνειρο της ιδιοκατοίκησης.

Εκτοξεύτηκαν οι τιμές στα ακίνητα

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει το Παρατηρητήριο τιμών της Geoaxis για το 2024 καταγράφονται οι αυξήσεις τιμών ακινήτων σε πέντε συγκεκριμένες περιοχές, οι οποίες είναι το Μαρούσι ,ο Χολαργός, το Παλαιό Φάληρο, το Περιστέρι και οι Αμπελόκηποι.

Οι τιμές πώλησης τόσο των παλιών όσο και των νεόδμητων κατοικιών έχουν πάρει… φωτιά σε βάθος δεκαετίας, καθώς η μέση αύξηση της αξίας κινείται στο 80%, ενώ σε σχέση με την προηγούμενη διετία η αυξητική τάση των τιμών διαμορφώνεται στο +25%.

Όσον αφορά τα νεόδμητα ακίνητα και αναλυτικότερα τα διαμερίσματα μέσης επιφάνειας 105 τ.μ. η πιο ακριβή τιμή είναι ο Χολαργός με την τιμή ανά τετραγωνικό μέτρο να διαμορφώνεται στα 4.268 ευρώ/τ.μ., ενώ ακολουθούν το Παλαιό Φάληρο με 3.715 ευρώ/τ.μ., το Μαρούσι με 3.600 ευρώ/τ.μ., οι Αμπελόκηποι με 3.080 ευρώ/τ.μ. και το Περιστέρι με 2.610 ευρώ/τ.μ.

Από την άλλη πλευρά, τα  διαμερίσματα παλαιότητας που έχουν ξεπεράσει την τέταρτη δεκαετία της ζωής τους η κατάταξη των περιοχών από την πιο ακριβή στην πιο φθηνή είναι περίπου η ίδια.

Η τιμή πώλησης ενός ακινήτου 106 τ.μ. στο Χολαργό διαμορφώνεται στα 2.432 ευρώ/ τ.μ., στο Μαρούσι στα 2.000 ευρώ/τ.μ., στο Παλαιό Φάληρο στα 1.893 ευρώ/τ.μ., ενώ το Περιστέρι ανεβαίνει μία θέση και προηγείται των Αμπελοκήπων με 1.588  ευρώ/τ.μ. με την τιμή στην τελευταία περιοχή μελέτης να κινείται στα 1.562 ευρώ/τ.μ.

Σημειώνεται ότι η έκθεση αναφέρει ότι η βέβαιη αδυναμία ενός πολύ μεγάλου ποσοστού σημερινών νέων να αποκτήσουν ιδιόκτητο σπίτι διαμορφώνει την γενιά ενοικιαστών (Generation Rent), η οποία αναμένεται να κυριαρχήσει τις επόμενες δεκαετίες ακόμη και στις χώρες υψηλής ιδιοκατοίκησης, όπως η Ελλάδα και η Ισπανία. Χαρακτηριστικά, η μείωση του ποσοστού ιδιοκατοίκησης κατά 2,6 ποσοστιαίες μονάδες το χρονικό διάστημα 2019-2022, σε απόλυτα νούμερα, αντιστοιχεί περίπου σε 102.695 κατοικίες

Πηγή: OT