Oι μπάτσοι αστυνομικοί, οι πουλημένοι δημοσιογράφοι και η πραγματικότητα που ενοχλεί
Του Χρήστου Κώνστα*
Σε μια από τις πρόσφατες τηλεοπτικές παρουσίες του ο προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αστυνομικών Υπαλλήλων Ελλάδος εξερράγη με αφορμή τον χαρακτηρισμό βουλευτή που είχε προηγηθεί- μια ημέρα νωρίτερα στην ίδια εκπομπή -, για τους αστυνομικούς αποκαλώντας τους μπάτσους. Ο συνδικαλιστής αποδέχτηκε μια ημέρα μετά την πρόσκληση για συμμετοχή στην τηλεοπτική συζήτηση με θέμα την εφαρμογή των μέτρων για τη πανδημία και όπως αποδείχθηκε δεν είχε στόχο να συμμετάσχει απλά πήγε για να αποχωρήσει από το στούντιο ως ένδειξη διαμαρτυρίας για όσα είχα διατυπωθεί όμως τη προηγούμενη ημέρα. Έστω και έτσι κατέστη κάτι παραπάνω από σαφές για μια ακόμη φορά οτι οι αστυνομικοί εκλαμβάνουν ως ύβρη τον χαρακτηρισμό ¨μπάτσος¨.
Σύμφωνα με τον Καθηγητής Γλωσσολογίας Γιώργο Μπαμπινιώτη, «… η λέξη μπάτσος (από το τουρκικό baç) στη γλώσσα των προσεχτικών ομιλητών δηλώνει συνήθως τον αστυφύλακα, το όργανο της τάξεως, αλλά με μια αρνητική χροιά που παραπέμπει στην άσκηση βίας πάνω σε αθώα θύματα, στην αυταρχική εξουσία που ταλαιπωρεί αδύναμους πολίτες κ.λπ. Στον λόγο των ίδιων ομιλητών η ουδέτερη λέξη για το όργανο της τάξεως είναι η λέξη αστυνομικός (και αστυνόμος, πβ. «κλέφτες κι αστυνόμοι» που έλεγαν και λένε τα παιδιά παίζοντας και αγγλικά cops and robbers), συνδεόμενη με εύσημες σημασιολογικές συνυποδηλώσεις (την προστασία του πολίτη από τους κακοποιούς, την καταδίωξη των εγκληματιών, την εξασφάλιση της ζωής και της περιουσίας των πολιτών κ.τ.ό.). Άρα η γενίκευση της λέξης μπάτσος, που βλέπουμε να κυριαρχεί λ.χ. στον μεταγλωττισμό των περισσότερων τηλεοπτικών έργων, σε τηλεοπτικές σειρές κ.λπ., για να αποδώσει το άχρωμο αγγλικό cop, και το σώμα των αστυνομικών μειώνει κοινωνικά και ηθικά και αφαιρεί από την ελληνική γλώσσα τη δυνατότητα να διαφοροποιεί σημασιολογικά τη χρήση των δύο λέξεων, επιβάλλοντας βαθμηδόν σε όλες τις περιπτώσεις τη μία από αυτές, το μπάτσος».
Αυτά σε γλωσσολογικό επίπεδο. Γιατί η πραγματικότητα είναι αυτή που επιβάλει χαρακτηρισμούς. Άλλωστε και η Ελληνική γλώσσα είναι είναι ζωντανός “οργανισμός” που διαμορφώνεται στο πέρασμα των χρόνων από την ίδια την πραγματικότητα. Κοινωνική, οικονομική, πολιτική. Επομένως καίτοι ενοχλεί τους αστυνομικούς ο όρος. Ναί υπάρχουν μπάτσοι στις τάξεις τους. Δεν γνωρίζω αν είναι πολλοί ή λίγοι. Προσδοκάμε το δεύτερο. Αλλά ναι υπήρχαν και δυστυχώς η ωμή καθημερινότητα το επιβεβαιώνει.
Οι μπάτσοι ζούν ανάμεσα στους αστυνομικούς και αυτό όσο κι αν θέλουν να το αποφύγουν οι συνδικαλιστές δεν μπορούν να το διαψεύσουν. Υπάρχουν εκατοντάδες υποθέσεις που το επιβεβαιώνουν. Δεν θα σταθώ στην υπέρμετρη χρήση βίας από τους μπάτσους που υπηρετούν στο ίδιο σώμα με τους αστυνομικούς , για την οποία σημειώνεται κάθε φορά που έρχεται στο φως ένα αντίστοιχο περιστατικό, σφοδρή πολιτική και κοινωνική αντιπαράθεση. Η τελευταία υπόθεση διαφθοράς με το κύκλωμα των μπάτσων τους κόλπους της Ελληνικής Αστυνομίας είναι κάτι παραπάνω από χαρακτηριστική. Εννέα εν ενεργεία αστυνομικοί (εκ των οποίων ένας αξιωματικός), ένας Πολιτικός Υπάλληλος του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη , μια Υπάλληλος Ληξιαρχείου Ο.Τ.Α, ένας δικηγόρος και οκτώ πολίτες.
Συνολικά, σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής έρευνες, στην εγκληματική οργάνωση υπάρχουν στοιχεία ότι εμπλέκονται 34 αστυνομικοί. Το κύκλωμα πουλούσε έναντι μεγάλων χρηματικών ποσών, πλαστές ταυτότητες. Όπως έχει προκύψει το όφελος από την δράση της εγκληματικής οργάνωσης ανέρχεται σε τουλάχιστον πέντε εκατομμύρια ευρώ. Αυτοί οι 34 τι είναι; Aστυνομικοί ή μπάτσοι;
Αυτά στην Αθήνα γιατί την ίδια ώρα σε μια άλλη Ελληνική πόλη, το Ηράκλειο οι “συνάδελφοι” των μπάτσων αγόραζαν σοκολάτες και έκαναν τις “νταντάδες” σε ένα κοριτσάκι που εντόπισαν κατά τη διάρκεια της περιπολίας τους ,μόνο του μέσα σε μια χαρτόκουτα να κλαίει απαρηγόρητο στο πάρκο Θεοτοκόπουλου.
Δυο εικόνες από τη πραγματικότητα που βιώνουμε σε όλες τις επαγγελματικές εκφάνσεις.
Nαι,με ενοχλεί το πουλημένοι δημοσιογράφοι. Αλλά πως μπορώ να το αμφισβητήσω οτι υπάρχουν; Μάλιστα σε αντίθεση με τους επίορκους αστυνομικούς οπου απαιτείται πολύχρονη έρευνα για να έρθει στο φως η δράση τους, στους κόλπους μας δεν είναι λίγες οι φορές που αρκεί να διαβάσεις, να δείς ή να ακούσεις για να έχεις τη συνολική εικόνα της πραγματικότητας. Όμως την ίδια ώρα ποιος αμφισβητεί οτι εξαιτίας της ανεξάρτητης και σοβαρής δημοσιογραφίας αποκαλύπτονται μείζονες υποθέσεις που πλήττουν το δημόσιο και κοινωνικό συμφέρον και αναδεικνύουν παθογένειες, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την εξεύρεση λύσεων σε προβλήματα που απασχολούν την καθημερινότητα των πολιτών;
Ναι ενοχλεί, αστυνομικούς, δημοσιογράφους, δικηγόρους, ιατρούς, λογιστές ακόμη και πολιτικούς να τους αποκαλούν μπάτσους, πουλημένους, αργυρώνητους ,σκιτζήδες, λαμόγια και υπηρέτες συμφερόντων, αντίστοιχα. Αλλά είναι μια πραγματικότητα, μειοψηφική ίσως, αλλά υπάρχει. Όντως η γενίκευση είναι αυτό που μπερδεύει και ίσως ενοχλεί περισσότερο. Αλλά όταν ξέρεις ποιος είσαι ως επαγγελματίας στο χώρο σου. Όταν γνωρίζεις τι προσφέρεις κάτω από αντίξοες επαγγελματικές και οικονομικές συνθήκες. Οι γενικεύσεις απλά δεν σε ακουμπούν.