Απαιτείται τριετές πλάνο για τη διαχείριση της πανδημίας
Η χώρα βρίσκεται πλέον στην αρχή της πιο δύσκολης φάσης για τη διαχείριση της επιδημιολογικής κρίσης που δεν έχει καμία σχέση με τα όσα αντιμετώπισε το τρίμηνο Μαρτίου-Μαΐου. Ο διαχωρισμός των περιοχών σε Α και Β ζώνη επικινδυνότητας είναι εξ’ αντικειμένου πρόσκαιρος. Γράφει ο Χρήστος Κώνστας στο Politica.gr.
Μέσα σε ελάχιστα 24ωρα- όπως αποδείχθηκε στην πράξη-, μια πόλη ή ένα χωριό από μηδενική καταγραφή κρουσμάτων μπορεί να βρεθεί σε κατάσταση απόλυτου συναγερμού. Επομένως τα όσα εξελίσσονται σε Θεσσαλονίκη και Σέρρες δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να μας αφήνουν αδιάφορους. Αδιαμφισβήτητα είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί η πλήρης διαχείριση της κρίσης. Είναι δύσκολο να πει κάποιος με απόλυτη βεβαιότητα τι πρέπει να γίνει, όποια θέση κι’ αν κατέχει και όποια επιστημονική επάρκεια κι’ αν διαθέτει. Ωστόσο είναι απαραίτητο να γίνουν δύσκολα, ίσως και επώδυνα βήματα.
Αν θέλουμε να αποφύγουμε νοσοκομεία που αντί να στοχεύουν στην πλήρη κάλυψη όσων έχουν ανάγκη για περίθαλψη , θα αναγκάζονται να στοχεύσουν στο ποιοι θα πρέπει να έχουν περίθαλψη, κάνοντας διαλογή με μοναδικό ίσως κριτήριο την ηλικία, οφείλουμε να λάβουμε σκληρά μέτρα χωρίς να μας διαφεύγει το εξής. Το πιο σκληρό μέτρο σίγουρα είναι λιγότερο σκληρό από οποιαδήποτε ανθρώπινη απώλεια.
Αυτός ο χειμώνας θα είναι κάτι παραπάνω από βαρύς. Δεν είναι τυχαίο οτι διακεκριμένοι επιστήμονες συμφωνούν ότι κάθε πανδημία του αναπνευστικού που έχει εμφανιστεί τα τελευταία 100 χρόνια , εκδηλώνεται κατά κύματα. Και η συγκεκριμένη πανδημία εξελίσσεται σε όλο τον κόσμο με το δεύτερο κύμα. Δεν είναι κάτι που δεν γνωρίζαμε. Μας το επεσήμαναν σε κάθε ευκαιρία. Εμείς αρνιόμασταν να το πιστέψουμε.
Το δεύτερο κύμα έχει σχεδόν την ίδια αν όχι μεγαλύτερη δυναμική με το πρώτο. Το 1918 το δεύτερο κύμα της πανδημίας της γρίπης καταγράφηκε έως και τέσσερις φορές πιο θανατηφόρο από το πρώτο. Οι πιο αισιόδοξες επιστημονικές εκτιμήσεις υποστηρίζουν ότι το δεύτερο κύμα που κάνει την επέλαση του εδώ και ένα μήνα περίπου σε όλο τον κόσμο, θα είναι ως και δύο φορές περισσότερο θανατηφόρο από το πρώτο κύμα της περασμένης άνοιξης.
Η αδυναμία της επιστημονικής κοινότητας να εξασφαλίσει ένα αποτελεσματικό εμβόλιο θέτει τις βάσεις για να ζήσουμε και άλλα κύματα της πανδημίας. Ίσως όχι τόσο βαριά αλλά σίγουρα αρκετά για να διατηρήσουν την υφήλιο σε επιδημιολογικό συναγερμό. Ωστόσο ακόμη κι’ αν το εμβόλιο βρεθεί μέσα στο 2021, η επίδραση του στην αντιμετώπιση της πανδημίας θα φέρει ουσιαστικά αποτελέσματα ένα χρόνο αργότερα. Με την ελπίδα ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός θα αποδεχτεί τη χρήση του εμβολίου η ουσιαστική ύφεση της πανδημίας θεωρείται εξαιρετικά απίθανο να επιτευχθεί πριν το 2023.
Πρακτικά αυτό το χρονοδιάγραμμα τοποθετεί την αποκατάσταση της κανονικότητας σε τρία χρόνια από σήμερα. Διότι ακόμη κι’ αν το 2022 έχουμε φτάσει στο φαινόμενο της ανοσίας της αγέλης ή έχουμε βρει ένα αποτελεσματικό εμβόλιο, απαιτείται ένα επιπλέον ικανό χρονικό διάστημα για να συνέλθουμε από τις κοινωνικές, οικονομικές αλλά και ψυχολογικές επιπτώσεις της πανδημίας. Η μάχη με τον κορονοϊό και τις επιπτώσεις του θα είναι μαραθώνια και αυτό οφείλουμε να το συνειδητοποιήσουμε και να αναπροσαρμόσουμε όποια συμπεριφορά μας μπορεί να προσθέτει έστω και ένα κόκκο άμμου στην κλεψύδρα του ιού, αυξάνοντας το χρόνο… συμβίωσης μαζί του